ΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΜΙΑ ΠΑΡΕΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΦΙΛΩΝ ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ, ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΕ ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ.
«Ας προσέξουν κυρίως οι αντιπρόσωποι των Ορθοδόξων Εκκλησιών να μη γίνουν συνεργάτες του αντίχριστου Οικουμενισμού και νεκροθάπτες πολλών ψυχών. Το κρίμα τους θα είναι τρομερό και ασυγχώρητο…»
Πώς να δικαιολογήσει κανείς την συνεργασία μερικών Ορθοδόξων ταγών της Εκκλησίας με τον Οικουμενισμό, ο οποίος πολεμάει την Εκκλησία; Τι ελαφρυντικό να τους βρει, αφού εκείνοι βοηθούν τους Οικουμενιστές στην εφαρμογή του σατανικού τους σχεδίου;
Δεν υπάρχει ελαφρυντικό στην τρομερή προδοσία τους. Δεν υπάρχει δικαιολογία. Αφού μπαίνουν στον Οικουμενισμό, σημαίνει, ότι συμφωνούν με τα σχέδιά του, που στρέφονται εναντίον του Χριστού, εναντίον της Ορθοδόξου πίστεως. Αρνούνται επομένως, ότι ο Χριστός είναι Θεός Αληθινός. Παραδέχονται, όπως και οι αιρετικοί, ότι ο Χριστός είναι «κτίσμα» του Θεού. Συμφωνούν με τους Μασώνους, που ονομάζουν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν «μύστη» και «μυσταγωγό».
Λαμβάνοντες, λοιπόν, μέρος και συνεργαζόμενοι με τον Οικουμενισμό οι Ορθόδοξοι, οδηγούνται κατ’ ευθείαν στην άρνηση του Χριστού. Παραδέχονται, ότι ο Κύριος δεν ήλθε ακόμη στη γη και ότι επομένως δεν έφερε την λύτρωση, την σωτηρία και την Αλήθεια. Είναι σαν να περιμένουν κάποιον άλλο «Σωτήρα».
Με όλα αυτά όμως γίνονται υβριστές του Θεού, προδότες της Πίστεώς μας και συνεργάτες των εχθρών του Χριστού! Με αυτόν τον τρόπο βοηθούν οι Ορθόδοξοι τον Οικουμενισμό, ο οποίος προσπαθεί να αφαιρέσει την θεότητα του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού και να την δώσει στον εχθρό του Χριστού, τον Αντίχριστο.
Το βλέπουμε σήμερα καθαρά, ότι ο Οικουμενισμός γίνεται σύμμαχος των εχθρών της Εκκλησίας του Χριστού και αγωνίζεται συστηματικά να υποκαταστήσει τον Χριστό με τους θεούς των ειδώλων και στο τέλος να δώσει το Θρόνο του Χριστού σ’ ένα θεό, που θα είναι κατασκεύασμα ανθρώπων. Θα είναι ο Άρχων του σκότους, ο «κοσμοκράτωρ του αιώνος τούτου».
Ας προσέξουν επομένως οι συνεργάτες και οι συνοδοιπόροι του Οικουμενισμού. Ας αναλογισθούν τις τρομερές ευθύνες τους απέναντι του Θεού, της Ανθρωπότητος και της Ιστορίας. Ας προσέξουν κυρίως οι αντιπρόσωποι των Ορθοδόξων Εκκλησιών να μη γίνουν συνεργάτες του αντίχριστου Οικουμενισμού και νεκροθάπτες πολλών ψυχών.
Το κρίμα τους θα είναι τρομερό και ασυγχώρητο. Επειδή όμως υπάρχουν και πολλοί, που ανύποπτα και καλοπροαίρετα συνεργάζονται με τον Οικουμενισμό, χωρίς ίσως να γνωρίζουν και χωρίς να υποπτεύονται καν, το απώτερο σχέδιο του, γι’ αυτό αξίζει το παρόν ξεσκέπασμα του Οικουμενισμού.
Προς Θεού! Λοιπόν, αδελφοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όσιοι Πατέρες και Μοναχοί, σεβάσμιοι Ιερείς και σεβασμιώτατοι Αρχιερείς… Μακριά από το αντίχριστο κίνημα του Οικουμενισμού, τώρα τουλάχιστον, που τον αντικρύζετε χωρίς μάσκα. Θα σας κάνει προδότες του Χριστού και λύκους του ποιμνίου Του.
«Ελέησέ με!». Μικρή είναι η φράση. Και όμως, γίνεται πέλαγος φιλανθρωπίας…
Ο άρρωστος Εζεκίας ούτε όρθιος ούτε γονατιστός, αλλά πεσμένος στο κρεβάτι παρακάλεσε για τη θεραπεία του το Θεό, που με τον προφήτη Ησαΐα του είχε προαναγγείλει το θάνατό του.
Και κατόρθωσε με την καθαρότητα και τη θερμότητα της καρδιάς του να μεταβάλει τη θεϊκή απόφαση.
Ο ληστής, πάλι, καρφωμένος πάνω στο σταυρό, με λίγα λόγια κέρδισε τη βασιλεία των ουρανών.
Και ο Ιερεμίας μέσα στο λάκκο με τη λάσπη και ο Δανιήλ μέσα στο λάκκο με τα θηρία και ο Ιωνάς μέσα στην κοιλιά του κήτους, όταν προσευχήθηκαν θερμά, απομάκρυναν τις συμφορές, που τους είχαν βρει, και βοηθήθηκαν από το Θεό.
«Και τί θα λέω, όταν προσεύχομαι;», θα με ρωτήσεις.
Θα λες ό,τι και η Χαναναία του Ευαγγελίου. «Ελέησέ με, Κύριε!», παρακαλούσε εκείνη. «Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». «Ελέησέ με, Κύριε!», θα παρακαλάς κι εσύ. «Η ψυχή μου βασανίζεται από δαιμόνιο».
Γιατί η αμαρτία είναι μεγάλος δαίμονας. Ο δαιμονισμένος ελεείται, ενώ ο αμαρτωλός αποδοκιμάζεται.
«Ελέησέ με!». Μικρή είναι η φράση. Και όμως, γίνεται πέλαγος φιλανθρωπίας, καθώς, όπου υπάρχει έλεος, εκεί υπάρχουν όλα τα αγαθά.
Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός (Μνήμη 28 Μαΐου)
Ο βίος του Αγίου Ανδρέου συντάχθηκε από τον πρεσβύτερο Νικηφόρο της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περί τα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. (956 - 959 μ.Χ.), επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου.
Ο Άγιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, καταγόταν από την Σκυθία και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886 - 912 μ.Χ.). Από παιδική ηλικία είχε πουληθεί ως δούλος σε κάποιον πρωτοσπαθάριο και στρατηλάτη της Ανατολής, ονομαζόμενο Θεόγνωστο, άνδρα ενάρετο και ευσεβή, ο οποίος τόσο αγάπησε τον μικρό Ανδρέα, ώστε τον μεταχειρίστηκε ως υιό του, φροντίζοντας για την επιμελή και θεοσεβή μόρφωση αυτού.
Τον Ανδρέα είλκυαν περισσότερο από κάθε άλλο τα ιερά γράμματα και ιδιαίτερα οι Βίοι και τα Μαρτύρια των αγωνιστών της Χριστιανικής πίστεως. Τέτοιος δε υπήρξε ο ζήλος του προς αυτά, ώστε αποκλήθηκε «σαλός» (μωρός), διότι ο ζήλος του αυτός τον ωθούσε πολλές φορές στο να υπομένει εμπαιγμούς, ταπεινώσεις και βαριές ύβρεις και να προβαίνει σε διαβήματα που κρίνονται ως ανισόρροπα και εκκεντρικά. Αλλά εκείνος υπέμενε τους εξευτελισμούς, παρηγορούμενος από το ότι πολλές φορές πετύχαινε να επαναφέρει στην ευθεία οδό παραστρατημένες υπάρξεις.
Αλλά ο Άγιος Ανδρέας διακρινόταν και για την φιλανθρωπία και την αγαθοποιία του. Όχι μόνο μοιραζόταν τα υπάρχοντά του με τους φτωχούς, αλλά προσέφερε ότι είχε και ο ίδιος έμενε νηστικός και γυμνός. σε εκείνους που τον παρατηρούσαν για τις υπερβολικές αγαθοεργίες του, υπενθύμιζε τους λόγους του Κυρίου «ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε», και τους έλεγε ότι στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, και μάλιστα του πάσχοντος αδελφού, έβλεπε τον Χριστό.
Ο Άγιος, σε μία ολονύκτια Ακολουθία στο ναό των Βλαχερνών είδε τη Θεοτόκο στον ουρανό προσευχόμενη και σκέπουσα το λαό με το τίμιο ωμοφόριό της (1 και 28 Οκτωβρίου).
Κάποια ημέρα συνέβη κάτι παράδοξο στο θεράποντα του Κυρίου. Κατά την συνήθειά του, για να μην γνωρίζει κανείς την εργασία του στους προθάλαμους των εκκλησιών, όπου προσευχόταν, πορευόταν κρυφά προς το ναό της Πανυμνήτου Θεοτόκου, στην αριστερά στοά της αγοράς του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έτυχε, τότε, κάποιο παιδί να διέρχεται τη λεωφόρο, εκτελώντας διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος πήγαινε προς το ναό για να προσευχηθεί· το παιδί τάχυνε το βήμα του και τον πρόφθασε, χωρίς ο Όσιος να το αντιληφθεί. Όταν έφθασε προ των πυλών του ναού ο Ανδρέας, Θεού θέλοντος, εξέτεινε τη δεξιά του χείρα και αφού σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού τις πύλες, αυτές ευθύς υποχώρησαν. Εισήλθε στο ναό και άρχισε τις προσευχές, μη γνωρίζοντας ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Το παιδί, το οποίο ακολουθούσε τον Όσιο, γνώριζε ότι ο άνθρωπος ήταν σαλός. Όταν τον είδε να ανοίγει αυτομάτως τις πύλες του ναού, έφριξε και κυριεύθηκε από τρόμο· έλεγε, λοιπόν, στον εαυτό του: «Ποιόν δούλο του Θεού οι κατά αλήθειαν μωροί σαλό ονομάζουν! Πόσο μεγάλος άγιος είναι, και εμείς οι ανόητοι αγνοούμε! Πόσους κρυφούς δούλους έχει ο Θεός και ουδείς γνωρίζει τα περί αυτών!».
Αυτά λογιζόταν το παιδί και πλησίασε, για να μάθει τί κάνει ο Άγιος εντός του ναού· βλέπει, λοιπόν, αυτόν προ του άμβωνος να κρέμεται στον αέρα και να προσεύχεται. Κατεπλάγη από το παράδοξο τούτο θέαμα και αναχώρησε, για να εκτελέσει την διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος τελείωσε την προσευχή του και έφυγε. Εξερχόμενος από το ναό, ασφάλισε πάλι τις θύρες με το σημείο του Σταυρού. Τότε αντιλήφθηκε την παρουσία του παιδιού και λυπήθηκε, επειδή κάποιος οικέτης έγινε θεατής των συμβάντων· ανέμενε την επιστροφή του παιδιού, για να του παραγγείλει να μην αποκαλύψει τα περί του Οσίου. Συνάντησε το παιδί και είπε: «Φύλαξε, τέκνον, όλα όσα είδες στον τόπο τούτο και θα έχεις το έλεος του Κυρίου του Θεού».
Μία ημέρα, προς το τέλος της αγίας Τεσσαρακοστής, ο λαός της βασιλευούσης των πόλεων, της Κωνσταντινουπόλεως, επευφημούσε τον Δεσπότη Χριστό μετά βαΐων και ύμνων. Βλέπει, τότε, ο μακάριος Ανδρέας, κάποιον γέροντα, ωραίο κατά την εξωτερική εμφάνιση, να εισέρχεται στο ναό της του Θεού Σοφίας. Πλήθος λαού τον ακολουθούσε, με βάια και σταυρούς, οι οποίοι έλαμπαν ως αστραπή· μελωδούσαν μέλος τερπνό, ηδύ και σωτήριο. Ο ένας στον άλλο παραχωρούσε το προβάδισμα και όλοι κατευθύνονταν προς τον άμβωνα. Ο γέροντας εκείνος κατείχε κινύρα και έκρουε τις χορδές συνοδεύοντας τους ψάλτες. Ο μακάριος ετέρπετο από το θέαμα και την ψαλμωδία· σκίρτησε και είπε: «Μνήσθητι Κύριε τοῦ Δαβὶδ καὶ πάσης τῆς πραότητος αὐτοῦ. Ἰδού, ἀκούσαμε τὴν Κυρία τὴν Κυριοπρεσβεύτρια καὶ τὴν εὑρήκαμε ὅμοια πρὸς τὴ Σοφίαν τὴν τερπνή».
Αυτά έλεγε ο Άγιος. Κάποιοι από τους παρευρισκόμενους σοφούς έλεγαν: «Πώς, σαλέ; Αναφέρεται στο στίχο αυτό του ψαλμού η Παναγία; Τί είναι αυτά τα οποία λέγεις;». και εξ αιτίας της άγνοιάς τους γέλασαν και αναχώρησαν. Ο μακάριος τα έλεγε αυτά επειδή είδε τον Δαβίδ με άλλους Προφήτες να έχουν έλθει εκεί.
Έτσι θεοφιλώς έζησε ο διά Χριστόν σαλός Άγιος Ανδρέας και κοιμήθηκε με ειρήνη σε ηλικία εξήντα έξι ετών. Ευθύς ευωδίασαν μύρα και θυμιάματα στον τόπο εκείνο, όπου άφησε το πνεύμα του ο Άγιος. Μία γυναίκα φτωχή, η οποία διέμενε πλησίον οσφράνθηκε την ηδύπνοο και ασύγκριτη ευωδία. την ακολούθησε, λοιπόν, αυτή και έφθασε στον τόπο εκείνο όπου έκειτο ο Άγιος. Βρήκε τον μακάριο νεκρό· ήδη δε ανέβλυζε μύρο από το τίμιο λείψανό του. Έτραξε, λοιπόν, και ανήγγειλε το θαύμα, επικαλούμενη με όρκο ως μάρτυρα τον Θεό. Πολλοί συγκεντρώθηκαν τότε, αλλά δεν βρήκαν το τίμιο λείψανο του Αγίου. Τους προκαλούσε κατάπληξη, όμως, η ευοσμία του μύρου και των θυμιαμάτων. Ο Κύριος, ο Οποίος γνωρίζει τα κρίματα εκάστου και τα απόκρυφα κατορθώματα του Αγίου, μετέθεσε το λείψανο του Αγίου.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι ο Άγιος Ανδρέας έγραψε πολλές προφητείες οι οποίες δεν εκδόθηκαν ποτέ και βρίσκονται στην Μονή Iβήρων.
Άγιος Ιωάννης ο Ρώσσος: ο θαυματουργός πολύπαθος Άνθρωπος του Θεού
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΡΩΣΣΟΣ: Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΠΟΛΥΠΑΘΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Η εμφάνιση αγίων στην Εκκλησία μας σε κάθε εποχή είναι το μόνιμο θαύμα. Ουδέποτε υπήρξε εποχή στη δισχιλιόχρονη πορεία της Εκκλησίας μας που να μην έχει εμφανιστεί άγιος. Όπως σε κάθε εποχή, έτσι και στους νεώτερους και σύγχρονους καιρούς αναδεικνύει ο Θεός αγίους για τη δόξα τη δική Του και τον αγιασμό και την αρωγή των πιστών. Ένας από τους νέους λαοφιλείς αγίους της Εκκλησίας μας είναι και ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσσος.
Ήταν Ρώσσος στην καταγωγή και είχε γεννηθεί στη Ν. Ρωσία, τη σημερινή Ουκρανία, στα 1690 από ευσεβή οικογένεια. Κατατάχτηκε στον ρωσικό στρατό να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, όταν η πατρίδα του βρισκόταν σε πόλεμο με την Τουρκία (1711-1718). Ο νεαρός Ιωάννης πολεμούσε με ηρωισμό στον αυτοκρατορικό στρατό, ο οποίος είχε υποστεί ταπεινωτικές ήττες από τα ακατάβλητα τουρκικά στρατεύματα. Στη μάχη ανακατάληψης του Αζώφ πιάστηκε αιχμάλωτος, μαζί με χιλιάδες άλλους συμμαχητές του και οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, εν μέσω εξευτελισμών. Από εκεί προωθήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στο χωριό Προκόπιο, όπου δόθηκε στην κατοχή ενός Αγά, ο οποίος ηγείτο στρατοπέδου Γενιτσάρων. Εν μέσω πρωτοφανών εξευτελισμών και σκληρών βασανιστηρίων του ανατέθηκε να περιποιείται τα ζώα και να μένει μαζί τους στους βρώμικους από τις κοπριές στάβλους.
Ο ίδιος, έχοντας ακράδαντη πίστη στο Χριστό, θεωρούσε την παραμονή του στο στάβλο ως ευλογία, θυμίζοντάς του ότι και ο Λυτρωτής μας γεννήθηκε σε στάβλο. Επίσης δεχόταν με πλήρη ανεξικακία τις ταπεινώσεις και τα βασανιστήρια των βαρβάρων αλλοθρήσκων. Πρότυπό του ο Χριστός, ο οποίος συγχώρησε τους σταυρωτές Του! Όταν τον ξυλοκοπούσαν, τον άφηναν νηστικό για μέρες και τον ταπείνωναν, ψιθύριζε τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «ποιος μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού μου; Θλίψις ή στενοχώρια ή διωγμός ή γυμνότης ή αιχμαλωσία;» (Ρωμ.8,35). Εκτελούσε με πρωτοφανή προθυμία τις αγγαρείες που τον υπέβαλλαν οι απάνθρωποι άνθρωποι του Αγά. Απορούσαν με την υπομονή, την καλοσύνη και την ανεξικακία του και γι’ αυτό άρχισαν να μαλακώνουν την θηριωδία τους, να του δείχνουν μια κάποια συμπάθεια και να τον αποκαλούν «βελή», δηλαδή άγιο! Μάλιστα επέτρεψε ο Θεός να δείξει την εύνοιά Του προς τον ευσεβή Ιωάννη με ένα ασυνήθιστο θαύμα. Κάποτε ο Αγάς αφέντης του είχε ταξιδέψει στην Μέκκα της Αραβίας για προσκύνημα. Εκεί έλαβε ανεξήγητα ένα πιάτο ζεστό φαγητό σε πιάτο που έφερε το οικόσημό του. Όταν επέστρεψε στο Προκόπιο εξέτασε την υπόθεση και αποκαλύφτηκε ότι του το έστειλε θαυματουργικά ο Ιωάννης!
Από τότε σταμάτησαν τα βασανιστήρια. Του προτάθηκε να φύγει από το στάβλο, αλλά εκείνος αρνήθηκε και παρέμεινε εκεί προσευχόμενος μέρα και νύχτα. Ζητούσε κρυφά και κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων. Στις 27 Μαΐου του 1730 έστειλε μήνυμα στον ιερέα του χωριού να τον κοινωνήσει. Ο ιερέας του έστειλε τη Θεία Κοινωνία κρυμμένη σε ένα μήλο, που είχε κουφώσει, φοβούμενος τους Τούρκους. Κοινώνησε και παρέδωσε ήρεμα το πνεύμα του στο Χριστό, που τόσο είχε αγαπήσει και μιμηθεί στη σύντομη ζωή του.
Οι Χριστιανοί του Προκοπίου ζήτησαν το σώμα του αγίου και το έθαψαν με μεγάλες τιμές. Στην κηδεία του έλαβαν μέρος και πολλοί Αρμένιοι και Τούρκοι, οι οποίοι είχαν μάθει για την αγία ζωή του.
Το 1733 ο ευλαβής ιερέας που κοινωνούσε τον άγιο Ιωάννη και ήξερε για τα μαρτύριά του, τον είδε στον ύπνο του, ο οποίος του αποκάλυψε πως το σώμα του δεν υπέστη φθορά και του ζήτησε να κάνουν εκταφή και να το έχουν μαζί τους στους αιώνες για ευλογία και προστασία. Ο ιερέας δίστασε και τότε ένα ουράνιο φως είχε καλύψει τον τάφο και μια πύρινη στήλη ανέβαινε στον ουρανό. Οι πιστοί άνοιξαν τον τάφο και βρήκαν όντως απόλυτα άφθορο το σώμα του Ιωάννη, αν και είχαν περάσει τριάμισι χρόνια από την ταφή του, να ευωδιάζει! Το μετέφεραν με ευλάβεια και τιμές στο ναό τους χωριού, όπου άρχισαν νε επιτελούνται θαύματα σε Χριστιανούς και αλλοθρήσκους.
Λίγο αργότερα σε σύρραξη του σουλτάνου με τον πασά της Αιγύπτου Ιμπραήμ, ο απεσταλμένος του σουλτάνου πασάς Οσμάν έδωσε διαταγή να καεί το ιερό λείψανο. Οι πιστοί με δάκρυα στα μάτια έβλεπαν να κατατρώνε οι φλόγες το θεοφόρο σώμα. Αλλά την άλλη μέρα, και ενώ είχε «χωνέψει» η φωτιά, βρήκαν το τίμιο λείψανο και πάλι άφθορο, απλά μαυρισμένο! Οι φλόγες το σεβάστηκαν! Το τοποθέτησαν σε αργυρή λάρνακα και εκείνο άρχισε και πάλι να κάνει θαύματα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους!
Κατά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 οι ευσεβείς κάτοικοι του Προκοπίου πήραν μαζί τους το ιερό λείψανο και το μετέφεραν με μύριους κινδύνους και περιπέτειες στην Ελλάδα. Από το λιμάνι της Μερσίνας μεταφέρθηκε στη Χαλκίδα, με έξοδα της ευσεβούς οικογένειας Παπαδόπουλου. Έμεινε εκεί ως το 1925, οπότε μεταφέρθηκε οριστικά στο Νέο Προκόπιο της Εύβοιας. Το 1930 θεμελιώθηκε περικαλλής ναός προς τιμή του. Εκεί παραμένει το τίμιο σκήνωμά του μέχρι σήμερα, σε βαρύτιμη λάρνακα και μαρμάρινη περίτεχνη θολωτή βάση.
Το Νέο Προκόπιο Ευβοίας είναι ένα από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς χιλιάδων πιστών από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, κι αυτό διότι μαρτυρούνται άπειρα θαύματα από τον άγιο Ιωάννη. Καραβάνια προσκυνητών καταφθάνουν καθημερινά, να περάσουν μπροστά από τη λάρνακα του αγίου. Να τον προσκυνήσουν. Να τον παρακαλέσουν για τα προβλήματά τους ή να τον ευχαριστήσουν για τα επιτελούμενα θαύματά του!
Οι χριστιανοί που δεν εφαρμόζουν το θείο Νόμο γίνονται αιτία να βλασφημείται το όνομα του Θεού.
Είναι γνωστό ότι υπάρχουν νομίσματα ψεύτικα, κίβδηλα. Απ’ έξω φαίνονται χρυσά ή αργυρά, αλλά μέσα έχουν χαλκό ή μολύβι.
Έτσι είναι και ο χριστιανός εκείνος που γνωρίζει ή μελετά το Νόμο του Θεού, αλλά δεν τον εφαρμόζει. Είναι κίβδηλος, ψεύτικος, κατά το φαινόμενο χριστιανός, δηλαδή υποκριτής. Δεν έχει καμία πραγματική αξία. Ούτε πρέπει να ονομάζεται χριστιανός.
Αλλά το κακό δεν είναι ότι βλάπτει τον εαυτό του μόνο, βλάπτει και τους άλλους, οι οποίοι περιμένουν να δουν απ’ αυτόν να εφαρμόζει το Νόμο του Θεού στη ζωή του, να παρουσιάζει διαγωγή χριστιανική για να δοξάσουν το όνομα του Θεού. Το είπε ο Κύριος καθαρά: «Σαν άλλο λυχνάρι καλά τοποθετημένο ας λάμψει το φως της αρετής σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και δοξάσουν για τα ενάρετα και άγια παιδιά Του τον Πατέρα σας, που είναι μεν πανταχού παρών, αλλά εξαιρετικά φανερώνει την παρουσία Του στους ουρανούς».
Τα έργα πείθουν τετραγωνικά και είναι αδύνατο να μη ελκύσουν στην αλήθεια κάθε καλοπροαίρετη καρδιά.
Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύοντας τα παραπάνω λόγια του Κυρίου σημειώνει: «Και αν στερείσθε λόγου, και αν νομίζετε επικίνδυνο να παρουσιασθείτε διδάσκαλοι της αρετής, είναι αδύνατο να μη λάμψετε, αρκεί να περισσεύει η αρετή σας. Και τότε αυτή θα είναι φως καταφανές και οδηγός των ανθρώπων που βρίσκονται στο σκοτάδι».
Και ο απ. Πέτρος, το ίδιο Πνεύμα έχοντας, ρίχνει το βάρος στον τρόπο της ζωής, ο οποίος, όταν είναι αγνός, εμπνέει και οδηγεί προς το Θεό:
«Όταν αντιληφθούν καλά οι εκτός του πνεύματος του χριστιανικού άνθρωποι – πάνω στις διάφορες περιστάσεις – τη συμπεριφορά σας, που θα την κάνει αγνή και αγία ο φόβος του Θεού, θα κερδηθούν στην πίστη του Χριστού», και «θα δοξάσουν το Θεό κατά την ημέρα που θα επισκεφθεί ο Κύριος και θα φέρει σε φως τη ζωή σας».
Αλλά, όταν δεν βλέπουν καλό, χριστιανικό παράδειγμα, σκανδαλίζονται και απομακρύνονται από τον Χριστό και την αλήθειά Του. «Τέτοιοι είναι, υποκριτές, όσοι διαβάζουν το Ευαγγέλιο και πηγαίνουν στην Εκκλησία», λένε. Και σχηματίζουν την εντύπωση ότι η θρησκεία κάνει ανθρώπους υποκριτές. Ενώ δεν φταίει ο χριστιανισμός, αλλά αυτοί που δεν αγωνίζονται να εφαρμόζουν το Νόμο του Θεού. Και αντί να ωφελήσουν τους άλλους, τους βλάπτουν.
Αυτό έκαναν και οι Ισραηλίτες στην παλαιά εποχή. Είχαν το Νόμο του Θεού, μελετούσαν την Π. Διαθήκη, αλλά τα έργα της αμαρτίας δεν τα άφηναν. Κατ’ αυτό τον τρόπο αντί με το παράδειγμά τους να προσελκύουν τους ειδωλολάτρες στον αληθινό Θεό, τους έδιναν αφορμές με τα πονηρά και αμαρτωλά τους έργα να βλασφημούν το όνομα του Θεού. Γι’ αυτό και ο Θεός τους έλεγε με τον προφήτη Ησαΐα: «Εξαιτίας σας, ω Ιουδαίοι, πάντοτε βλασφημείται το Όνομά Μου μεταξύ των εθνών, διότι με καταφρονούν ως ανίσχυρο να σας προστατεύσω και ελευθερώσω».
Το χωρίο αυτό παραθέτει και ο θείος απ. Παύλος αναφερόμενος στο σκάνδαλο το προκαλούμενο στους εθνικούς από τον άτακτο βίο του λαού του Θεού: «Πράγματι ατιμάζετε το Θεό, διότι εξαιτίας σας και λόγω των ασύστολων παραβάσεών σας το Όνομα του Θεού κακοσυσταίνεται και βλασφημείται και μεταξύ των εθνικών».
Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με τους χριστιανούς όλων των εποχών, που ακούουν ή μελετούν ή γνωρίζουν το Νόμο του Θεού, αλλά δεν τον εφαρμόζουν. Γίνονται αιτία να ατιμάζεται από τους απίστους ή αδιαφόρους το όνομα Αυτής της Παναγίας Τριάδας.
Πηγή: «Ο Νόμος του Θεού και ο Άνθρωπος», Αρχιμ. Καλλιστράτου Ν. Λυράκη, Αθήνα 2000