Εορτολόγιο

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2025

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: Ο πόλεμος του Διαβόλου στους αμελείς και στους ανδρείους

 

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: Ο πόλεμος του Διαβόλου στους αμελείς και στους ανδρείους

ΑΓΙΟΥ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

 Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ ΣΤΟΥΣ ΑΜΕΛΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΝΔΡΕΙΟΥΣ

Εισαγωγικό από entaksis: Ο πόλεμος του διαβόλου εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο απέναντι στους αμελείς και στους ανδρείους. Στους αμελείς, ο εχθρός βρίσκει εύκολο πεδίο: τους φοβίζει με τον θάνατο, τους ρίχνει στη ραθυμία και τους παγιδεύει με λύπες, αρρώστιες και φαντασίες, ώστε να τους απομακρύνει από την προσευχή και την ελπίδα στον Θεό. Στους ανδρείους όμως, που έχουν παραδοθεί με καθαρότητα και απλότητα στα χέρια του Δημιουργού, η επίθεση είναι πιο έντονη και ύπουλη· όμως η θεία χάρη τους στηρίζει, όπως ο δάσκαλος το παιδί που μαθαίνει να κολυμπά ή η μητέρα το παιδί που μαθαίνει να περπατά, μέχρι να έλθει η ώρα της νίκης. Έτσι, ο αγώνας απαιτεί συνεχή μνήμη του πρώτου ζήλου, επαγρύπνηση και αδιάλειπτη προσευχή, ώστε ο διάβολος να μη βρει τον μαχητή απροετοίμαστο.
 
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΡΟΠΩΝ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΣΤΕΝΗ ΟΔΟ ΠΟΥ ΑΝΥΨΩΝΕΙ ΕΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
 

Παλαιά συνήθεια έχει ο Διάβολος, ο αντίπαλός μας, να μεθοδεύη τις επιθέσεις εναντίον εκείνων που κατεβαίνουν στον αγώνα σύμφωνα με το είδος των όπλων του και να παραλλάσση τον τρόπο του αγώνος του ανάλογα με τον χαρακτήρα των προσώπων.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΜΕΛΕΙΣ
Εκείνους που τους βλέπει να είναι ράθυμοι στην προαίρεσι και ασθενείς στους λογισμούς, τους καταπολεμεί με σφοδρότητα από την αρχή, ώστε να εγείρη εναντίον τους πειρασμούς στερεούς και δυνατούς, για να τους υποχρεώση να γευθούν από την αρχή του δρόμου τους τρόπους της πονηριάς του, ώστε να τους κυριεύση η δειλία από τον πρώτο αγώνα, να τους φανή σκληρή και δύσβατη η οδός, και να ειπούν τούτο·

Αν η αρχή της είναι τόσο δύσκολη και σκληρή, ποιος μπορεί ν’ ανταπεξέλθη έως το τέλος της στους πολλούς αγώνες που είναι τοποθετημένοι στη μέση;

Κι έτσι δεν θα μπορούν να αντισταθούν πάλι ή να εμφανισθούν εμπρός, αλλ’ ούτε και προς άλλη βοήθεια να αποβλέψουν, αφού είναι απασχολημένοι με τη φροντίδα αυτής της επιθέσεως. Για λίγο ο διάβολος εντείνει τον πόλεμό του προς αυτούς, για να τραπούν σε φυγή. Ή μάλλον ο Θεός ο ίδιος παραχωρεί σ’ αυτόν την ικανότητα να υπερισχύση σ’ αυτούς και δεν τους βοηθεί σε τίποτε, διότι εισήλθαν στον αγώνα του Κυρίου με δισταγμό και ψυχρότητα. Πράγματι, λέγει, «καταραμένος να είναι όποιος εκτελεί τα έργα του Κυρίου αμελώς και εμποδίζει το χέρι του από το αίμα». Και πάλι, «ο Κύριος είναι πλησίον σ’ αυτούς που τον φοβούνται». Διότι ο Θεός παραγγέλλει ν’ αντιμετωπίζωμε τον διάβολο χωρίς φόβο και ψυχρότητα, λέγοντας, «άρχισε λοιπόν να τον κτυπάς και ξεκίνα πόλεμο εναντίον του, σύναψε μάχη με αυτόν γενναία, κι εγώ θα αρχίσω να επιφέρω τον φόβο σου προς όλους τους εχθρούς σου που ευρίσκονται κάτω από τον ουρανό», λέγει ο Κύριος. Εάν δεν πεθάνης εκουσίως ως προς τις αισθήσεις χάριν της αγάπης του Θεού, θα πεθάνης ακουσίως κατά τη διάνοια μακριά από τον Θεό.

Ως προς το μερίδιό σου λοιπόν, μη δυσανασχετήσης να δεχθής εκουσίως γι’ αυτό πρόσκαιρα παθήματα, για να εισέλθης στη δόξα του Θεού. Διότι, αν πεθάνης σωματικώς στον αγώνα του Κυρίου, ο ίδιος ο Κύριος θα σε στεφανώση και ο Θεός θα δώση στα τίμια λείψανά σου την τιμή των μαρτύρων.

Γι’ αυτό, όπως είπα προηγουμένως, όσοι από την αρχή είναι αμελείς και χαύνοι και δεν είναι αποφασισμένοι να παραδοθούν στον θάνατο, ευρίσκονται σε όλους τους πολέμους αδύνατοι και δειλοί, μάλλον ο Θεός επιτρέπει να διωχθούν και να καταπολεμηθούν, διότι δεν Τον ανεζήτησαν αληθινά, αλλά εδοκίμασαν να εκτελέσουν το έργο του Θεού ως πειρασταί και χλευασταί. Έτσι και ο διάβολος τους εγνώρισε από την αρχή, δοκιμάζοντας τους λογισμούς των ότι είναι δειλοί και φίλαυτοι, φειδωλοί για το σώμα τους. Γι’ αυτό τους καταδιώκει σαν καταιγίδα, διότι δεν βλέπει να έχουν την νοητή δύναμη που παρατηρεί ότι έχουν πάντοτε οι άγιοι. Διότι ο Θεός συνεργεί με τον άνθρωπο, τον βοηθεί και του εκδηλώνει την πρόνοιά Του ανάλογα με την προαίρεσί του προς τον Θεό και κατά την πρόθεσί του να φθάσει προς Αυτόν ως τελικό σκοπό του. Ο διάβολος δεν μπορεί να πλησιάση τον άνθρωπο ή να του επιφέρη πειρασμούς, παρά μόνο αν αμελήση ο Θεός ή τον παραχωρήση, ή εάν χαυνωθή ο ίδιος με αισχρούς λογισμούς από οίηση και έπαρσι ή με λογισμό δισταγμού και διψυχίας. Αυτούς ο διάβολος αναζητεί για να τους υποβάλη σε πειρασμό.

Τους αρχαρίους όμως και απλούς και άπειρους δεν τους ζητεί από τον Θεό για να τους υποβάλη σε πειρασμό, όπως και τους αγίους και μεγάλους. Διότι γνωρίζει ότι ο Θεός δεν επιτρέπει να πέσουν στα χέρια του. Ο Θεός γνωρίζει ότι οι μεγάλοι δεν είναι δυνατό να υποκύψουν στους πειρασμούς του διαβόλου, αν δεν μεσολαβήση μία από τις αιτίες που αναφέραμε, οπότε απομακρύνεται απ’ αυτούς η δύναμις της θείας προνοίας.

Αυτός είναι ο πρώτος τρόπος των πολέμων του διαβόλου.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΤΡΟΠΟΥ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΨΥΧΡΟΥΣ
Σ’ αυτούς που θεωρεί ανδρείους και δυνατούς ο Διάβολος, που βλέπει ότι δεν υπολογίζουν για τίποτε τον θάνατο και κατέβηκαν με μεγάλο ζήλο στον πόλεμο, ότι είναι έτοιμοι να παραδοθούν σε κάθε πειρασμό και στον θάνατο και καταφρονούν την ζωή του κόσμου και το σώμα και όλους τους πειρασμούς, δεν επιτίθεται αμέσως ούτε εμφανίζεται συχνά για πολύ, αλλά συμμαζεύεται και τους αφήνει τόπο, δεν τους αντιμετωπίζει κατά την πρώτη τους ορμή ούτε παρατάσσεται σε πόλεμο με αυτούς. Διότι γνωρίζει ότι κάθε αρχή πολέμου είναι θερμότερη, επειδή ο αγωνιστής έχει τότε πολύ ζήλο και οι ζηλωταί δεν νικώνται εύκολα.

Ο Διάβολος δεν ενεργεί έτσι από δειλία, αλλά από τον φόβο που αισθάνεται ενώπιον της θείας δυνάμεως η οποία τους περιβάλλει και τον τρομοκρατεί. Όσο λοιπόν τους βλέπει έτσι, δεν τολμά να τους εγγίση, ως που να τους ιδή να ψυχραίνωνται από τον ζήλο τους, να πετούν τα όπλα που είχαν ετοιμάσει νοητικώς, λόγω της αλλοιώσεως των θείων λόγων και των ενθυμήσεων που συνεργούν και τους βοηθούν. Παρακολουθεί λοιπόν τον καιρό της ραθυμίας των. Όταν μεταστραφούν για λίγο από τους προηγούμενους λογισμούς, αρχίζουν οι ίδιοι να ευρίσκουν μέσα τους αφορμές της ήττας των από τις κολακείες του φρονήματός των που αναβρύουν μέσα τους και σκάβουν οι ίδιοι λάκκο απωλείας για τις ψυχές των με τον μετεωρισμό των λογισμών, που οφείλεται στην οκνηρία, αφ’ ου η ψυχρότης εκυριάρχησε σ’ αυτούς, στις διάνοιες και τις καρδιές των.

Αυτήν την καθυστέρησι του πολέμου εναντίον τους δεν την κάμει εκουσίως ο διάβολος, ούτε από λύπη ή από εντροπή γι’ αυτούς, διότι δεν τους υπολογίζει καθόλου. Αλλά νομίζω ότι κάποια δύναμις περιβάλλει αυτούς που έχουν θερμό ζήλο προς τον Θεό, καθώς και εκείνους που ξεκινούν με νηπιώδη απλότητα και αποτάσσονται τον κόσμο χωρίς υπολογισμούς, που ελπίζουν στον Θεό και πιστεύουν, αν και αγνοούν προς ποιον έχουν να παλαίσουν. Γι’ αυτό ο Θεός απομακρύνει απ’ αυτούς την δεινότητα της πονηριάς των, για να μη τους εγγίση. Διότι ο εχθρός χαλιναγωγείται, όταν βλέπη τον φύλακα άγγελο που τους φυλάσσει παντοτινά. Αν λοιπόν οι αγωνισταί δεν απορρίψουν από επάνω τους τα μέσα της βοήθειας των, που είναι οι δεήσεις, οι κόποι και η ταπεινοφροσύνη, ο ενισχυτής και βοηθός δεν αναχωρεί απ’ αυτούς ποτέ.

Πρόσεχε και γράψε αυτά τα πράγματα στην καρδιά σου, ότι η φιληδονία και η αγάπη της αναπαύσεως είναι αίτια της παραχωρήσεως. Όποιος όμως επιμείνη να εγκρατεύεται απ’ αυτά πλήρως δεν εγκαταλείπεται ποτέ από την συνεργία του Θεού και ο εχθρός δεν αφήνεται να τον προσβάλη. Και αν κάποια φορά επιτραπή να τον προσβάλη για παίδευσι, αλλά τον ακολουθεί και τον προστατεύει η θεία δύναμις και δεν φοβείται τους πειρασμούς των δαιμόνων, διότι ο λογισμός του παίρνει θάρρος απ’ αυτήν και τους καταφρονεί.

Πράγματι, η θεία αυτή δύναμις διδάσκει τούς ανθρώπους, όπως διδάσκει κάποιος ένα παιδί να κολυμβά και, όταν άρχιζη να βυθίζεται, τον ανεβάζεν διότι το παιδί κολυμβά επάνω στα χέρια τού διδασκάλου του και, όταν άρχιζη να αποθαρρύνεται, για να μη βυθισθή, αυτός πού τον βαστάζει στα χέρια του τού φωνάζει ενθαρρυντικά, μη φοβήσαι, εγώ σε βαστάζω. Και όπως η μητέρα διδάσκει τον μικρό υιό της να περιπατή και απομακρύνεται απ’ αυτόν και τον προσκαλεί, και όταν αυτός, ερχόμενος προς την μητέρα του, αρχίση να τρέμη και λόγω της απαλοτήτος και τρυφερότητος των ποδιών και των μελών του να πέφτη, τρέχει η μητέρα του και τον κρατά στην αγκαλιά της, έτσι και η χάρις τού θεού βαστάζει και διδάσκει τούς ανθρώπους εκείνους πού έχουν παραδοθή με καθαρότητα και απλότητα στα χέρια τού πλάστη και έχουν απαρνηθή τον κόσμο με όλη την καρδιά και τον ακολουθούν.

Εσύ όμως, άνθρωπε, πού αρχίζεις ν’ ακολουθής τον θεό, σε όλη την διάρκεια τού αγώνος σου, να ενθυμήσαι πάντοτε την αρχή της αναχωρήσεως και τον πρώτο ζήλο της εκκινήσεως και τούς θερμούς λογισμούς, τούς οποίους είχες όταν εξήλθες από τον οίκο σου και εισήλθες στην παράταξι τού πολέμου. Έτσι να εξετάζης τον εαυτό σου καθημερινώς, για να μη ψυχρανθή η θερμότης τής ψυχής σου από τον ζήλο πού έκαιε μέσα σου στην αρχή, για να μη χάσης κάποιο από τά όπλα με τά οποία ήσουν ζωσμένος στην αρχή τού αγώνος σου. Και ύψωσε την φωνή σου μέσα στο στρατόπεδο και ενθάρρυνε και ανδρείωσε τά παλληκάρια τής δεξιάς πλευράς, δηλαδή τούς λογισμούς σου, και δείξε στους άλλους, δηλαδή τής αντίπαλης παρατάξεως, ότι είσαι άγρυπνος. Και αν στην αρχή βλέπης κάποια ορμητικότητα τού πειραστού πού σε φοβερίζει, να μη χαυνωθής· ίσως σε συμφέρει αυτή η ορμητικότης του. Διότι ο Σωτήρ σου δεν επιτρέπει τυχαία σε κάποιον να σε προσέγγιση, παρά για να σου προξενήση κάποια οικονομία προς το συμφέρον σου.

Αλλά να μη δείξης από την αρχή ραθυμία, διότι αν δείξης εδώ ραθυμία, προχωρώντας προς τά εμπρός θα καταπέσης και δεν θα μπορέσης ν’ αντισταθής στις λύπες πού θα σου έλθουν, δηλαδή στην πείνα, την ασθένεια, τις φοβερές φαντασίες, και τά λοιπά. Να μη μεταστρέψης τον σκοπό τού αγωνοθέτη σου, διότι αυτός σου προσπορίζει την βοήθεια κατά τού αντιπάλου, για να μη σε εύρη ο εχθρός όπως περιμένει. Αλλά παρακάλει τον θεό αδιαλείπτως και κλαίε εμπρός στην χάρι του, πένθησε και μόχθησε, έως οτου σου αποστείλη βοηθό. Από την στιγμή πού θα ιδής τον σωτήρα σου πλησίον σου, δεν θα ηττηθής από τον εχθρό σου πού σε πολεμά.

Αυτός είναι ο δεύτερος τρόπος της πάλης τού διαβόλου.

ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ (ΚΖ-ΗΑ) – ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΜΕΡΕΤΑΚΗ «ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟΝ» ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1991 – ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΚΕΙΜΕΝΟ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΣΧΟΛΙΑ Από τον ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΧΡΗΣΤΟΥ, Καθηγητού Πανεπιστημίου – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

Αναδημοσίευση από:
https://www.entaksis.gr/

 https://www.impantokratoros.gr

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2025

H κάθε Θεία Κοινωνία να είναι όπως την πρώτη φορά που μετάλαβες και σαν να είναι και η τελευταία σου, πριν πεθάνεις.

 

H κάθε Θεία Κοινωνία να είναι όπως την πρώτη φορά που μετάλαβες και σαν να είναι και η τελευταία σου, πριν πεθάνεις.

Όταν πηγαίνεις να Κοινωνήσεις τα Άχραντα Μυστήρια, πρόσεχε πολύ! Πρέπει να πηγαίνεις με πολλή προετοιμασία. Να έχεις σύνεση, εγκράτεια, νηστεία και πολλή αγάπη Χριστού.
Πρόσεχε να μη μεταλαμβάνεις από συνήθεια. Να είναι για σένα η κάθε Θεία Κοινωνία, όπως την πρώτη φορά που μετάλαβες και σαν να είναι και η τελευταία σου, πριν πεθάνεις.


Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
 
πηγή:  proskynitis.blogspot.com

 https://makkavaios.blogspot.com

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2025

Η φρά­ση “ε­λέη­σόν με” που λέμε στην ευχή του Χρι­στού, πε­ρι­λαμ­βά­νει το εξής τρί­πτυ­χο

 

Η φρά­ση “ε­λέη­σόν με” που λέμε στην ευχή του Χρι­στού, πε­ρι­λαμ­βά­νει το εξής τρί­πτυ­χο


Η φρά­ση ”ε­λέη­σόν με” που λέμε στην ευχή του Χρι­στού, πε­ρι­λαμ­βά­νει το εξής τρί­πτυ­χο:

α) συγ­χώ­ρη­σόν με Κύ­ριε τις αμαρ­τί­ες μου

β) θε­ρά­πευ­σε τα πάθη μου

και γ) βο­ή­θη­σέ με να ει­σέλ­θω στην Βα­σι­λεία των Ου­ρα­νών.

Η λέξη ελέη­σον, εί­ναι η πιο συμ­πυ­κνω­μέ­νη λέξη στην Ελ­λη­νι­κή γλώσ­σα (εμ­πε­ριέ­χει πολ­λά νο­ή­μα­τα) και η εί­ναι η πιο με­γά­λη λέξη στην Ορ­θό­δο­ξη ασκη­τι­κό­τη­τα. Για να την πει κά­ποιος τη λέξη αυτή, πρέ­πει να έχει την αί­σθη­ση της αμαρ­τω­λό­τη­τάς του. Κά­ποιος που δεν έχει τα­πεί­νω­ση, δεν μπο­ρεί να πει την λέξη αυτή. Ο διά­βο­λος για πα­ρά­δειγ­μα δεν θα πει ποτέ ελέη­σον με, για­τί στε­ρεί­ται τα­πεί­νω­σης.

ΠΗΓΗ

https://simeiakairwn.gr

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2025

Μη χάνετε, ευλογημένοι, την ελπίδα σας στη Γλυκοφιλούσα μας

 

Μη χάνετε, ευλογημένοι, την ελπίδα σας στη Γλυκοφιλούσα μας


Στη Γερμανική κατοχή είχε τελειώσει σχεδόν η προμήθεια του σιταριού της Ι. Μονής Φιλοθέου και οι Πατέρες αποφάσισαν να κόψουν τη φιλοξενία.

Ένας ευλαβής Γέροντας ο Γερο – Σάββας, όταν τομαθε πολύ λυπήθηκε και παρακαλούσε την Γεροντία να μην το κάνουν αυτό, γιατί θα λυπήσουν το Χριστό, και θα φύγει η ευλογία απο τη Μονή.

Τους έλεγε δε και πολλά παραδείγματα από την Αγία Γραφή, όπως της Σωμανίτιδος χήρας με τον Προφήτη Ηλια κ.α. και τελικά τον άκουσαν.

Κάθε λίγο και λιγάκι όμως ενοχλούσαν τον Γέρο – Σάββα και του έλεγαν.

– Το αλεύρι τελείωσε. Τί θα γίνει;

Ο Γέροντας τους απαντούσε:

– Πατέρες μου, αυτό το λίγο που υπάρχει ακόμη, ας το φάμε μαζί με τον κόσμο, και η Παναγία δεν θα μας αφήσει.

Είχαν απομείνει πια μόνο είκοσι πέντε οκάδες σιτάρι στην αποθήκη της Μονής και τίποτε άλλο και άρχισαν οι Πατέρες να διαμαρτύρονται στο Γερο – Σάββα κάπως πειραχτηκα.

– Ε Γέρο – Σάββα, τελείωσε το σιτάρι. Τί γίνεται τώρα;

Το ευλαβέστατο αι πιστό Γεροντάκι απήντησε:

– Μη χάνετε, ευλογημένοι, την ελπιδα σας στη Γλυκοφιλούσα μας. Αλέστε και αυτές τις εικοσιπέντε οκάδες σιτάρι, κάντε το ψωμί και μοιράστε το στους Πατέρες και στους λαϊκούς και ο Θεός θα φροντίσει για όλους μας σαν καλός Πατέρας.

Μόλις λοιπόν τελείωσε το ψωμί τους, πριν ακόμη πεινάσουν, έφθασε ένας καπετάνιος από την Καβάλα στη Μονή Φιλοθέου και ζήτησε ξυλεία να ανταλλάξει με σιτάρι.

Βλέποντας οι Πατέρες τόσο ολοζώντανη την πρόνοια τη Παναγίας, που φρόντισε σαν καλή Μάνα τα παιδιά της, δόξασαν όλοι τον Θεό.

Περισσότερο φυσικά απ’όλους δόξασε τον Θεό και ευχαρίστησε την Παναγία ο Γερο – Σάββας, ο οποίος και την ευχαριστούσε συνέχεια με την αγία του ζωή.

Έλεγε μετά στους Πατέρες ο Γέροντας:

-Δεν σας έλεγα, ευλογημένοι, οτι η Παναγία δε θα μας αφήσει;

(Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα – Γέροντος Παϊσίου – Έκδοση Ιερό Ησυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος – Σουρωτή Θεσσαλονίκης)

ΠΗΓΗ

https://simeiakairwn.gr

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2025

Π. Σάββας Αχιλλέως: “Έχεις τον Τίμιο Σταυρό και θέλεις να χτυπάς ξύλα; Κάνε τον σταυρό σου και είσαι ασφαλισμένος”

 

Π. Σάββας Αχιλλέως: “Έχεις τον Τίμιο Σταυρό και θέλεις να χτυπάς ξύλα; Κάνε τον σταυρό σου και είσαι ασφαλισμένος”


Πολλοί όταν τους ξύνεται το χέρι, λένε: «θα πάρω χρήματα!» Και όταν ξύνεται η μύτη, λένε «κάποιος θα με δείρει!

Θα φάω ξύλο». Άλλοι φτύνουν εις τον κόρφο τους, τάχα να εμποδίσουν με το φτύσιμο αυτό τη βασκανία ή χτυπούν ξύλον, για να μην πάθουν κανένα κακό. Όσα ξύλα και να χτυπήσεις, να πιάσεις μάλιστα σφυριά και να χτυπάς, ο διάβολος δεν φεύγει, ο διάβολος ΕΡΧΕΤΑΙ με αυτά. Όλα αυτά είναι κατάλοιπα της ειδωλολατρίας. 

Οι χριστιανοί δεν επιτρέπεται να δίδουν σε αυτά τα πράγματα καμία προσοχή. Έχεις τον Τίμιον Σταυρόν και θέλεις να χτυπάς ξύλα; Κάνε τον σταυρόν σου και είσαι ασφαλισμένος. 

Παράδειγμα: Ήρθε μία γυναίκα κλαμένη σήμερα εις την Εκκλησίαν και όταν την πλησίασα και την ρώτησα: «τι έχεις;», άνοιξε το στόμα της και μου είπε τούτα τα λόγια: «Έχω μια κόρη μορφωμένη. Την είχα στην Τράπεζα σε ένα νησί και είδα και έπαθα να την φέρω στην Αθήνα. Όταν την έφερα εδώ στην Αθήνα, αυτή ασχολείτο με τα άστρα, με τα ζώδια. Και όταν την έφερα, εγύρισε στον αδελφό της και του λέει: 

– Η μάνα μας στις 24 Φεβρουαρίου θα πεθάνει! Θα αρρωστήσει, θα πάει να κάνει εγχείρηση, δεν θα πάει η εγχείρησή της καλά και θα πεθάνει…

Και γύρισε ο αδελφός και μου είπε σε εμένα: 

– Μάνα αυτό κι αυτό…

Εγώ συγκλονίστηκα και ταράχτηκα την ίδια στιγμή, διότι δεν είχα την πίστη εις τον Θεόν, και αμέσως την ίδια ώρα αρρώστησα! Και πήγα στον ιατρό και με είπε ο ιατρός: 

– Θέλεις εγχείρηση!

Και άρχισα να πιστεύω, αυτό που επέταξε η κόρη μου, ότι στις 24 Φεβρουαρίου θα πεθάνω και έπιασα και έκανα όλες τις διαθήκες μου». 

Και να τρέχουν από τα μάτια της δάκρυα… Και της λέγω:

– Εσύ έχεις ήδη πεθάνει παιδάκι μου… αυτή τη στιγμή δεν ζεις. Άκουσες τον διάβολο τί σε είπε; Η κόρη σου είναι φορτωμένη με τους διαβόλους παιδάκι μου. Ξέρει ο διάβολος πότε θα πεθάνουμε; Ύστερα από ένα λεπτό ξέρει ο σατανάς τί θα γίνεις;

Εκείνη το μυαλό της εκεί…

– Άκουσε της λέω, θα σε πω κάτι, ίσως το καταλάβεις. Είχα εις το στρατό έναν φίλο μου, ο οποίος μου διηγήθηκε το εξής: Υπήρχανε 4-5, παρέα, και ήθελαν μέσα στο στρατόπεδο να πειράξουν κάποιον. «Και πώς να τον πειράξουμε; Να του πούμε ότι είναι άρρωστος!»

Και γυρίζει ένας απ’ αυτούς και του λέει: 

– Πω πω τί χρώμα είναι αυτό που έχεις;

Γυρίζει ο άλλος και του λέει:

– Μα εσύ παιδάκι μου είσαι άρρωστος;

Γυρίζει ο άλλος και του λέει:

– Μα εσύ είσαι κίτρινος;

Όλοι γύρισαν και του είπαν ότι είναι άρρωστος… Σε 3 ημέρες απέθανε το παιδί! Αυτή η αυθυποβολή που του βάλανε μέσα, αυτό ήταν και το τέλος του παιδιού. Το ίδιο ακριβώς έκανε και σένα η κόρη σου. Ξέχασέ τα παιδάκι μου αυτά. 

Που να τα ξεχάσει αυτή… Που να βγουν από μέσα της. Και της ξαναλέω: 

– Παιδάκι μου, λυπάται ο Χριστός που άκουσες τον Σατανά και δεν ακούς τον Θεό που λέει: «τρίχα από την κεφαλή σου δεν πέφτει, εάν δεν το θέλω Εγώ».

Της είπα ό,τι μπορούσα και έφυγε και πήγε στο καλό. Καταλάβατε που ευρισκόμεθα σήμερα και με τί ασχολείται ο σημερινός κόσμος της Ελλάδος, οι Χριστιανοί;

ΠΗΓΗ

https://simeiakairwn.gr

Σάββατο 2 Αυγούστου 2025

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Για να μην κατηγορείτε γενικά τους Επισκόπους

 

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Για να μην κατηγορείτε γενικά τους Επισκόπους

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Για να μην κατηγορείτε γενικά τους Επισκόπους

entaksis: Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, με τη γνωστή του ευθύτητα, απευθύνει αυστηρό λόγο προς όσους συνηθίζουν να κατηγορούν τους Επισκόπους της Εκκλησίας. Χωρίς να αρνείται ότι μπορεί να υπάρχουν πτώσεις ή αδυναμίες, στηλιτεύει το πνεύμα της αλόγιστης κατακρίσεως και της ευκολίας με την οποία ορισμένοι υψώνουν εαυτούς σε δικαστές των Ποιμένων του λαού του Θεού. Ο Άγιος δεν υπερασπίζεται πρόσωπα, αλλά το ίδιο το μυστήριο της Εκκλησίας και την ιερότητα του επισκοπικού αξιώματος, καλώντας κάθε πιστό να καλλιεργεί πνεύμα ταπείνωσης και φόβου Θεού. Μέσα από τα λόγια του, αποκαλύπτεται πόσο μεγάλο σφάλμα είναι να επιρρίπτουμε ευθύνες με επιπολαιότητα και να κρίνουμε εκείνους που σηκώνουν το βάρος της πνευματικής καθοδήγησης του λαού του Θεού.

Και πρόσεχε πώς εκείνα που εύχεται στους μαθητές και στους πολλούς, αυτά εύχεται και στο διδάσκαλο. Γιατί το ίδιο και αυτός έχει ανάγκη απ’ αυτές τις ευχές, και τόσο πολύ περισσότερο από εκείνους, όσο και περισσότερες έχθρες έχει, καθώς και περισσότερες ανάγκες για σύγκρουση με το Θεό. Γιατί όσο μεγάλο είναι το αξίωμα, τόσο μεγαλύτεροι και οι κίνδυνοι για τον ιερωμένο. Αρκεί και ένα μόνο κατόρθωμα του επισκόπου να τον ανεβάσει στον ουρανό, και ένα αμάρτημα να τον ρίξει στην κόλαση.

Για ν’ αφήσω δηλαδή κατά μέρος όλα τα άλλα που συμβαίνουν κάθε ημέρα, αν συμβεί ποτέ να τοποθετήσει ή από φιλία ή από κάποιαν άλλη αιτία έναν ανάξιο σε εκκλησιαστικό αξίωμα και να του αναθέσει την εξουσία μιας μεγάλης πόλης, πρόσεχε για πόση φωτιά καθιστά τον εαυτό του ένοχο. Πράγματι θα δώσει λόγο όχι μόνο για τις ψυχές που χάνονται (γιατί τις καταστρέφει αυτός επειδή είναι ασεβής), αλλά και για όλες τις πράξεις του. Εκείνος δηλαδή που ήταν ασεβής ως ιδιώτης, θα είναι πολύ περισσότερο όταν καταλάβει την εξουσία· επιθυμητό όμως είναι να παραμείνει ο ευλαβής τέτοιος όταν αναλάβει το αξίωμα. Πραγματικά και η κενοδοξία επιτίθεται τότε σφοδρότερα και η επιθυμία των χρημάτων και η αυθάδεια, γιατί η εξουσία παρέχει αυτή τη δυνατότητα, και προσκόμματα και ύβρεις και βλασφημίες και άπειρα άλλα. Αν λοιπόν κάποιος είναι ασεβής, θα γίνει περισσότερο ασεβέστερος όταν αναλάβει τέτοιο αξίωμα. Όταν λοιπόν τοποθετήσει έναν τέτοιο άρχοντα, θα είναι υπεύθυνος για όλα τα αμαρτήματά του, αλλά και για ολόκληρα πλήθη λαού.

Αν εκείνος που σκανδαλίζει μία ψυχή, «είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να καταποντιστεί στα βάθη της θάλασσας», τι θα υποστεί εκείνος που σκανδαλίζει τόσες ψυχές, πόλεις ολόκληρες και λαούς και άπειρες ψυχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κατοίκους πόλεων, γεωργούς, τους κατοίκους της πόλης εκείνης, τους κατοίκους των άλλων πόλεων που βρίσκονται υπό την εξουσία εκείνης; Γιατί, και αν ακόμη αναφέρεις κάποιαν άλλη τριπλάσια ποινή, δε θα πεις τίποτε για τόσο μεγάλη ποινή και τιμωρία θα είναι ένοχος. Επομένως αυτός πιο πολύ χρειάζεται τη χάρη και την ειρήνη του Θεού. Γιατί, αν δεν κυβερνά το λαό μ’ αυτή, όλα θα χαθούν και θα καταστραφούν, αφού το πηδάλιο δε θα βρίσκεται σ’ αυτόν. Και αν ακόμη είναι γνώστης της κυβερνητικής τέχνης, αν δεν έχει αυτό το πηδάλιο, δηλαδή τη χάρη και την ειρήνη που δίνει ο Θεός, θα καταποντίσει το σκάφος και όσους ταξιδεύουν μ’ αυτό.

Γι’ αυτό εγώ φθάνω στο να θαυμάζω εκείνους που επιθυμούν ένα τόσο υψηλό αξίωμα.

Άθλιε άνθρωπε και ταλαίπωρε, δε βλέπεις τι πράγμα επιθυμείς; Αν είσαι μόνος σου και άγνωστος και άσημος, έστω και αν διαπράξεις άπειρα αμαρτήματα, θα δώσεις λόγο για μία ψυχή και γι’ αυτήν θα υποστείς την τιμωρία· μόνο όταν όμως ανεβείς σ’ αυτή την εξουσία, σκέψου για πόσους ανθρώπους θα τιμωρηθείς. Άκου τον Παύλο που λέγει «να υπακούτε και να υποτάσσεστε στους προϊσταμένους σας, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό».

Μήπως όμως επιθυμείς τιμή και εξουσία; Και ποια η ευχαρίστηση από αυτή την τιμή; Γιατί πραγματικά ούτε αυτό βλέπω, ότι δηλαδή δεν είναι δυνατό να είναι αληθινά άρχοντας. Πώς; Γιατί στην εξουσία των αρχομένων ανήκει η υπακοή. Και αν κανείς ήθελε εξετάσει ακριβώς το πράγμα, δεν έρχεται ένας τέτοιος στο να ασκήσει εξουσία, αλλά στο να υπηρετεί άπειρους κυρίους που επιθυμούν και λέγουν τα αντίθετα. Γιατί ό,τι εγκωμιάζει ο ένας, το κατηγορεί ο άλλος· ό,τι ψέγει αυτός, το θαυμάζει ο άλλος. Ποιον λοιπόν πρέπει ν’ ακούσει, σε ποιον να πεισθεί; Δεν είναι δυνατό σε κανένα. Και ο δούλος, αν ο κύριός του προστάζει αντίθετα, δυσανασχετεί· εσύ όμως, αν λυπηθείς όταν τόσο πολλοί κύριοι προστάζουν αντίθετα, θα τιμωρηθείς και γι’ αυτό, επειδή ανοίγεις τα στόματα όλων εναντίον σου. Αυτό λοιπόν, πες μου, είναι τιμή; αυτό είναι αρχηγία; αυτό εξουσία;

Είπε ο επίσκοπος να προσφέρουν χρήματα. Αν κανείς δε θέλει, όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά και για να μη φανεί ότι το κάνει αυτό από αδιαφορία, κατηγορεί αυτόν που έδωσε την εντολή. «Κλέβει», λέγει, «αρπάζει, καταπίνει τα πράγματα των φτωχών, κατατρώγει τις περιουσίες των φτωχών». Σταμάτησε τις κατηγορίες. Μέχρι πότε θα τα λες αυτά; Δε θέλεις να προσφέρεις χρήματα; Κανείς δε σ’ αναγκάζει, κανείς δε σε πιέζει· γιατί κατηγορείς αυτόν που παραινεί και συμβουλεύει; Όμως βρέθηκε κάποιος σε ανάγκη, και εκείνος δε βοήθησε ή γιατί δεν μπόρεσε ή γιατί ασχολήθηκε με κάτι άλλο. Δεν υπάρχει καμιά συγγνώμη· αλλά πάλι οι κατηγορίες είναι χειρότερες από τις προηγούμενες. Αυτό λοιπόν είναι εξουσία; Και δεν μπορεί να τιμωρήσει, γιατί είναι σπλάχνα δικά του. Και όπως τα σπλάχνα, όταν εξογκώνονται ή προκαλούν πόνο και στο κεφάλι και στο υπόλοιπο σώμα, δεν τολμούμε να τα τιμωρήσουμε (δεν παίρνουμε δηλαδή το ξίφος να τα κόψουμε), έτσι και αν υπάρχει ένας τέτοιος από το ποίμνιο που μας προκαλεί πόνους και στενοχώριες από τις κατηγορίες αυτές, δεν τολμούμε να τον τιμωρήσουμε, γιατί αυτά βρίσκονται μακριά από την πατρική ψυχή και αναγκαστικά υποφέρουμε τον πόνο μέχρι που να γίνει εκείνος εντελώς καλά.

Ο αγορασμένος υπηρέτης με χρήματα έχει διαταγή να κάνει κάποιο έργο, και αν το εκτελέσει, γίνεται στη συνέχεια κύριος του εαυτού του. Οι ασχολίες όμως του επισκόπου απλώνονται παντού και του ζητούν πολλά πάνω από τις δυνάμεις του.

Αν δεν έχει την ικανότητα να μιλάει, πολύς είναι ο γογγυσμός· αν όμως έχει την ικανότητα να μιλάει, πάλι κατηγορίες: «ματαιόδοξος είναι».

Αν δεν ανασταίνει νεκρούς, «δεν αξίζει», λέγει· «καθόλου ο τάδε είναι ευσεβής, αυτός όμως όχι».

Αν η τροφή του είναι μέτρια, πάλι κατηγορίες: «έπρεπε να είχε απαγχονιστεί», λέγει.

Αν κάποιος τον δει να λούζεται, πολλές κατηγορίες· «πρέπει να μη βλέπει καθόλου τον ήλιο», λέγει. Αν κάνει τα ίδια που κάνω εγώ, και λούζεται και τρώει και πίνει και ρούχα φοράει και φροντίζει για το σπίτι και τους υπηρέτες, για ποιο λόγο είναι προϊστάμενός μου;

«Έχει όμως και υπηρέτες», λέγει, «που τον υπηρετούν, και μεταφέρεται πάνω σε όνο· για ποιο λοιπόν λόγο είναι προϊστάμενός μου;»

Αλλά, πες μου, δεν πρέπει να έχει τον υπηρέτη του, αλλά ο ίδιος ν’ ανάβει τη φωτιά και να κουβαλάει νερό και να κόβει τα ξύλα και να πηγαίνει στην αγορά; Και πόση ντροπή δεν είναι αυτό το πράγμα; Και οι άγιοι εκείνοι άνδρες, οι απόστολοι, δε θέλουν ν’ ασχολείται με τη διακονία των χηρών εκείνος που αφοσιώνεται στο κήρυγμα, αλλά θεωρούν το πράγμα τούτο ανάξιο γι’ αυτόν· εσύ λοιπόν κατεβάζεις αυτόν και στην υπηρεσία των υπηρετών σου; Γιατί εσύ, που τα προστάζεις αυτά, δεν τα παραβλέπεις αλλά τα εκτελείς; Πες μου, δε σου προσφέρει μεγαλύτερη υπηρεσία από τη δική σου φροντίδα που δείχνεις για τα σωματικά; Γιατί δε στέλνεις το δούλο σου στην υπηρεσία του; Ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών· εσύ αν προσφέρεις κάποια υπηρεσία στο διδάσκαλο κάνεις κάτι μεγάλο; Αλλά ούτε εσύ θέλεις να προσφέρεις και αυτόν τον εμποδίζεις.

Τι δηλαδή; από τον ουρανό πρέπει να ζει; Αλλά ο Θεός δε θέλει έτσι. Τι λοιπόν; «οι απόστολοι», λέγει, «είχαν ελεύθερους ανθρώπους που τους υπηρετούσαν;» Θέλεις ν’ ακούσεις και αυτό, πώς δηλαδή ζούσαν οι απόστολοι; Ταξίδευαν, και άνδρες ελεύθεροι και ευγενείς γυναίκες έβαζαν σε κίνδυνο και τις ψυχές και τα κεφάλια τους για την ανάπαυση εκείνων. Άκου όμως και τον μακάριο Παύλο που συμβουλεύει και λέγει: «τέτοιους ανθρώπους να τους τιμάτε»· και πάλι, «για το έργο του Θεού έφθασε κοντά στο θάνατο, ριψοκινδυνεύοντας τη ζωή του, για ν’ αναπληρώσει την έλλειψη της υπηρεσίας σας προς εμένα». Βλέπεις τι λέγει; Εσύ όμως ούτε ένα λόγο λες για τον πατέρα σου, ούτε βέβαια αναλαμβάνεις τόσο μεγάλο κίνδυνο.

«Αλλά», λέγει, «δεν πρέπει να λούζεται». Πες μου, γιατί; πού αυτό απαγορεύεται; Ούτε βέβαια η ακαθαρσία είναι καλό πράγμα. Πουθενά δε βλέπουμε αυτά ούτε να κατηγορούνται ούτε να θαυμάζονται.

Γιατί άλλα είναι εκείνα που πρόσταζε να έχει ο επίσκοπος· να είναι αδιάβλητος, συνετός, κόσμιος, φιλόξενος, καλός διδάσκαλος. Αυτά απαιτεί ο Απόστολος, αυτά πρέπει να επιζητεί κανείς από τον άρχοντα και τίποτε περισσότερο. Δεν είσαι εσύ ακριβέστερος από τον Παύλο, ή καλύτερα δεν είσαι ακριβέστερος από το Άγιο Πνεύμα. Αν είναι φίλερις ή μέθυσος ή βίαιος και σκληρός, να κατηγορείς. Αυτά είναι ανάξια για τον επίσκοπο. Αν ζει με απολαύσεις, και αυτό είναι κατηγορία. Αν όμως περιποιείται το σώμα του για να σε υπηρετεί και αν το φροντίζει για να σου είναι χρήσιμος, πρέπει γι’ αυτά να κατηγορείται;

Δεν ξέρεις ότι η ασθένεια του σώματος δεν είναι κατώτερη από την ασθένεια της ψυχής και ότι βλάπτει και εμάς και την Εκκλησία; Για ποιο λόγο τη θεραπεύει ο Παύλος γράφοντας στον Τιμόθεο, «να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί εξαιτίας του στομαχιού σου και των συχνών ασθενειών σου»; Γιατί, αν κατορθώνουμε την αρετή μόνο με την ψυχή, δεν έπρεπε να φροντίζουμε για το σώμα. Και γενικά γιατί γίναμε έτσι; Αν είναι μεγάλη η προσφορά του σώματος, πώς δεν είναι η χειρότερη ανοησία να το παραμελούμε; Έστω κάποιος που έχει τιμηθεί με το αξίωμα του επισκόπου και έχει αναλάβει την προστασία του λαού της Εκκλησίας, και έστω ότι είναι ενάρετος στα άλλα και έχει όλα εκείνα που πρέπει να έχει ο ιερωμένος, είναι όμως πάντοτε δεμένος στο κρεβάτι από ισχυρή αρρώστια, τι θα μπορέσει να ωφελήσει αυτός; Ποια περιοδεία θα μπορέσει να κάνει; Ποιες επισκέψεις θα κάνει; Ποιον θα επιπλήξει; Ποιον θα νουθετήσει;

Αυτά τα είπα για να μάθετε να μην κατηγορείτε γενικά τους ιερωμένους, για να μάθετε περισσότερο να τους δέχεστε, και αν κάποιος επιθυμεί την εξουσία, βλέποντας τις πολλές κατηγορίες, να σβήσει την επιθυμία αυτή. Είναι πραγματικά μεγάλος ο κίνδυνος και έχει ανάγκη από τη χάρη και την ειρήνη του Θεού, την οποία να εύχεστε να είναι σε μένα πολλή, όπως και εγώ εύχομαι να είναι σε σας, ώστε και εγώ και εσείς, αφού κατορθώσουμε την αρετή, να επιτύχουμε έτσι τα αγαθά που μας υποσχέθηκε ο Θεός, με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη, και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. 

Αμήν.

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ – ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ – 24 – ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΙΤΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΠΥΡΟ ΜΟΥΣΤΑΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΟ, ΦΙΛΟΛΟΓΟ – ΕΠΕ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1989 – σελ.24-32 – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ