Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Για να μην κατηγορείτε γενικά τους Επισκόπους
entaksis: Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, με τη γνωστή του ευθύτητα, απευθύνει αυστηρό λόγο προς όσους συνηθίζουν να κατηγορούν τους Επισκόπους της Εκκλησίας. Χωρίς να αρνείται ότι μπορεί να υπάρχουν πτώσεις ή αδυναμίες, στηλιτεύει το πνεύμα της αλόγιστης κατακρίσεως και της ευκολίας με την οποία ορισμένοι υψώνουν εαυτούς σε δικαστές των Ποιμένων του λαού του Θεού. Ο Άγιος δεν υπερασπίζεται πρόσωπα, αλλά το ίδιο το μυστήριο της Εκκλησίας και την ιερότητα του επισκοπικού αξιώματος, καλώντας κάθε πιστό να καλλιεργεί πνεύμα ταπείνωσης και φόβου Θεού. Μέσα από τα λόγια του, αποκαλύπτεται πόσο μεγάλο σφάλμα είναι να επιρρίπτουμε ευθύνες με επιπολαιότητα και να κρίνουμε εκείνους που σηκώνουν το βάρος της πνευματικής καθοδήγησης του λαού του Θεού.
Και πρόσεχε πώς εκείνα που εύχεται στους μαθητές και στους πολλούς, αυτά εύχεται και στο διδάσκαλο. Γιατί το ίδιο και αυτός έχει ανάγκη απ’ αυτές τις ευχές, και τόσο πολύ περισσότερο από εκείνους, όσο και περισσότερες έχθρες έχει, καθώς και περισσότερες ανάγκες για σύγκρουση με το Θεό. Γιατί όσο μεγάλο είναι το αξίωμα, τόσο μεγαλύτεροι και οι κίνδυνοι για τον ιερωμένο. Αρκεί και ένα μόνο κατόρθωμα του επισκόπου να τον ανεβάσει στον ουρανό, και ένα αμάρτημα να τον ρίξει στην κόλαση.
Για ν’ αφήσω δηλαδή κατά μέρος όλα τα άλλα που συμβαίνουν κάθε ημέρα, αν συμβεί ποτέ να τοποθετήσει ή από φιλία ή από κάποιαν άλλη αιτία έναν ανάξιο σε εκκλησιαστικό αξίωμα και να του αναθέσει την εξουσία μιας μεγάλης πόλης, πρόσεχε για πόση φωτιά καθιστά τον εαυτό του ένοχο. Πράγματι θα δώσει λόγο όχι μόνο για τις ψυχές που χάνονται (γιατί τις καταστρέφει αυτός επειδή είναι ασεβής), αλλά και για όλες τις πράξεις του. Εκείνος δηλαδή που ήταν ασεβής ως ιδιώτης, θα είναι πολύ περισσότερο όταν καταλάβει την εξουσία· επιθυμητό όμως είναι να παραμείνει ο ευλαβής τέτοιος όταν αναλάβει το αξίωμα. Πραγματικά και η κενοδοξία επιτίθεται τότε σφοδρότερα και η επιθυμία των χρημάτων και η αυθάδεια, γιατί η εξουσία παρέχει αυτή τη δυνατότητα, και προσκόμματα και ύβρεις και βλασφημίες και άπειρα άλλα. Αν λοιπόν κάποιος είναι ασεβής, θα γίνει περισσότερο ασεβέστερος όταν αναλάβει τέτοιο αξίωμα. Όταν λοιπόν τοποθετήσει έναν τέτοιο άρχοντα, θα είναι υπεύθυνος για όλα τα αμαρτήματά του, αλλά και για ολόκληρα πλήθη λαού.
Αν εκείνος που σκανδαλίζει μία ψυχή, «είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να καταποντιστεί στα βάθη της θάλασσας», τι θα υποστεί εκείνος που σκανδαλίζει τόσες ψυχές, πόλεις ολόκληρες και λαούς και άπειρες ψυχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κατοίκους πόλεων, γεωργούς, τους κατοίκους της πόλης εκείνης, τους κατοίκους των άλλων πόλεων που βρίσκονται υπό την εξουσία εκείνης; Γιατί, και αν ακόμη αναφέρεις κάποιαν άλλη τριπλάσια ποινή, δε θα πεις τίποτε για τόσο μεγάλη ποινή και τιμωρία θα είναι ένοχος. Επομένως αυτός πιο πολύ χρειάζεται τη χάρη και την ειρήνη του Θεού. Γιατί, αν δεν κυβερνά το λαό μ’ αυτή, όλα θα χαθούν και θα καταστραφούν, αφού το πηδάλιο δε θα βρίσκεται σ’ αυτόν. Και αν ακόμη είναι γνώστης της κυβερνητικής τέχνης, αν δεν έχει αυτό το πηδάλιο, δηλαδή τη χάρη και την ειρήνη που δίνει ο Θεός, θα καταποντίσει το σκάφος και όσους ταξιδεύουν μ’ αυτό.
Γι’ αυτό εγώ φθάνω στο να θαυμάζω εκείνους που επιθυμούν ένα τόσο υψηλό αξίωμα.
Άθλιε άνθρωπε και ταλαίπωρε, δε βλέπεις τι πράγμα επιθυμείς; Αν είσαι μόνος σου και άγνωστος και άσημος, έστω και αν διαπράξεις άπειρα αμαρτήματα, θα δώσεις λόγο για μία ψυχή και γι’ αυτήν θα υποστείς την τιμωρία· μόνο όταν όμως ανεβείς σ’ αυτή την εξουσία, σκέψου για πόσους ανθρώπους θα τιμωρηθείς. Άκου τον Παύλο που λέγει «να υπακούτε και να υποτάσσεστε στους προϊσταμένους σας, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας, επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό».
Μήπως όμως επιθυμείς τιμή και εξουσία; Και ποια η ευχαρίστηση από αυτή την τιμή; Γιατί πραγματικά ούτε αυτό βλέπω, ότι δηλαδή δεν είναι δυνατό να είναι αληθινά άρχοντας. Πώς; Γιατί στην εξουσία των αρχομένων ανήκει η υπακοή. Και αν κανείς ήθελε εξετάσει ακριβώς το πράγμα, δεν έρχεται ένας τέτοιος στο να ασκήσει εξουσία, αλλά στο να υπηρετεί άπειρους κυρίους που επιθυμούν και λέγουν τα αντίθετα. Γιατί ό,τι εγκωμιάζει ο ένας, το κατηγορεί ο άλλος· ό,τι ψέγει αυτός, το θαυμάζει ο άλλος. Ποιον λοιπόν πρέπει ν’ ακούσει, σε ποιον να πεισθεί; Δεν είναι δυνατό σε κανένα. Και ο δούλος, αν ο κύριός του προστάζει αντίθετα, δυσανασχετεί· εσύ όμως, αν λυπηθείς όταν τόσο πολλοί κύριοι προστάζουν αντίθετα, θα τιμωρηθείς και γι’ αυτό, επειδή ανοίγεις τα στόματα όλων εναντίον σου. Αυτό λοιπόν, πες μου, είναι τιμή; αυτό είναι αρχηγία; αυτό εξουσία;
Είπε ο επίσκοπος να προσφέρουν χρήματα. Αν κανείς δε θέλει, όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά και για να μη φανεί ότι το κάνει αυτό από αδιαφορία, κατηγορεί αυτόν που έδωσε την εντολή. «Κλέβει», λέγει, «αρπάζει, καταπίνει τα πράγματα των φτωχών, κατατρώγει τις περιουσίες των φτωχών». Σταμάτησε τις κατηγορίες. Μέχρι πότε θα τα λες αυτά; Δε θέλεις να προσφέρεις χρήματα; Κανείς δε σ’ αναγκάζει, κανείς δε σε πιέζει· γιατί κατηγορείς αυτόν που παραινεί και συμβουλεύει; Όμως βρέθηκε κάποιος σε ανάγκη, και εκείνος δε βοήθησε ή γιατί δεν μπόρεσε ή γιατί ασχολήθηκε με κάτι άλλο. Δεν υπάρχει καμιά συγγνώμη· αλλά πάλι οι κατηγορίες είναι χειρότερες από τις προηγούμενες. Αυτό λοιπόν είναι εξουσία; Και δεν μπορεί να τιμωρήσει, γιατί είναι σπλάχνα δικά του. Και όπως τα σπλάχνα, όταν εξογκώνονται ή προκαλούν πόνο και στο κεφάλι και στο υπόλοιπο σώμα, δεν τολμούμε να τα τιμωρήσουμε (δεν παίρνουμε δηλαδή το ξίφος να τα κόψουμε), έτσι και αν υπάρχει ένας τέτοιος από το ποίμνιο που μας προκαλεί πόνους και στενοχώριες από τις κατηγορίες αυτές, δεν τολμούμε να τον τιμωρήσουμε, γιατί αυτά βρίσκονται μακριά από την πατρική ψυχή και αναγκαστικά υποφέρουμε τον πόνο μέχρι που να γίνει εκείνος εντελώς καλά.
Ο αγορασμένος υπηρέτης με χρήματα έχει διαταγή να κάνει κάποιο έργο, και αν το εκτελέσει, γίνεται στη συνέχεια κύριος του εαυτού του. Οι ασχολίες όμως του επισκόπου απλώνονται παντού και του ζητούν πολλά πάνω από τις δυνάμεις του.
Αν δεν έχει την ικανότητα να μιλάει, πολύς είναι ο γογγυσμός· αν όμως έχει την ικανότητα να μιλάει, πάλι κατηγορίες: «ματαιόδοξος είναι».
Αν δεν ανασταίνει νεκρούς, «δεν αξίζει», λέγει· «καθόλου ο τάδε είναι ευσεβής, αυτός όμως όχι».
Αν η τροφή του είναι μέτρια, πάλι κατηγορίες: «έπρεπε να είχε απαγχονιστεί», λέγει.
Αν κάποιος τον δει να λούζεται, πολλές κατηγορίες· «πρέπει να μη βλέπει καθόλου τον ήλιο», λέγει. Αν κάνει τα ίδια που κάνω εγώ, και λούζεται και τρώει και πίνει και ρούχα φοράει και φροντίζει για το σπίτι και τους υπηρέτες, για ποιο λόγο είναι προϊστάμενός μου;
«Έχει όμως και υπηρέτες», λέγει, «που τον υπηρετούν, και μεταφέρεται πάνω σε όνο· για ποιο λοιπόν λόγο είναι προϊστάμενός μου;»
Αλλά, πες μου, δεν πρέπει να έχει τον υπηρέτη του, αλλά ο ίδιος ν’ ανάβει τη φωτιά και να κουβαλάει νερό και να κόβει τα ξύλα και να πηγαίνει στην αγορά; Και πόση ντροπή δεν είναι αυτό το πράγμα; Και οι άγιοι εκείνοι άνδρες, οι απόστολοι, δε θέλουν ν’ ασχολείται με τη διακονία των χηρών εκείνος που αφοσιώνεται στο κήρυγμα, αλλά θεωρούν το πράγμα τούτο ανάξιο γι’ αυτόν· εσύ λοιπόν κατεβάζεις αυτόν και στην υπηρεσία των υπηρετών σου; Γιατί εσύ, που τα προστάζεις αυτά, δεν τα παραβλέπεις αλλά τα εκτελείς; Πες μου, δε σου προσφέρει μεγαλύτερη υπηρεσία από τη δική σου φροντίδα που δείχνεις για τα σωματικά; Γιατί δε στέλνεις το δούλο σου στην υπηρεσία του; Ο Χριστός έπλυνε τα πόδια των μαθητών· εσύ αν προσφέρεις κάποια υπηρεσία στο διδάσκαλο κάνεις κάτι μεγάλο; Αλλά ούτε εσύ θέλεις να προσφέρεις και αυτόν τον εμποδίζεις.
Τι δηλαδή; από τον ουρανό πρέπει να ζει; Αλλά ο Θεός δε θέλει έτσι. Τι λοιπόν; «οι απόστολοι», λέγει, «είχαν ελεύθερους ανθρώπους που τους υπηρετούσαν;» Θέλεις ν’ ακούσεις και αυτό, πώς δηλαδή ζούσαν οι απόστολοι; Ταξίδευαν, και άνδρες ελεύθεροι και ευγενείς γυναίκες έβαζαν σε κίνδυνο και τις ψυχές και τα κεφάλια τους για την ανάπαυση εκείνων. Άκου όμως και τον μακάριο Παύλο που συμβουλεύει και λέγει: «τέτοιους ανθρώπους να τους τιμάτε»· και πάλι, «για το έργο του Θεού έφθασε κοντά στο θάνατο, ριψοκινδυνεύοντας τη ζωή του, για ν’ αναπληρώσει την έλλειψη της υπηρεσίας σας προς εμένα». Βλέπεις τι λέγει; Εσύ όμως ούτε ένα λόγο λες για τον πατέρα σου, ούτε βέβαια αναλαμβάνεις τόσο μεγάλο κίνδυνο.
«Αλλά», λέγει, «δεν πρέπει να λούζεται». Πες μου, γιατί; πού αυτό απαγορεύεται; Ούτε βέβαια η ακαθαρσία είναι καλό πράγμα. Πουθενά δε βλέπουμε αυτά ούτε να κατηγορούνται ούτε να θαυμάζονται.
Γιατί άλλα είναι εκείνα που πρόσταζε να έχει ο επίσκοπος· να είναι αδιάβλητος, συνετός, κόσμιος, φιλόξενος, καλός διδάσκαλος. Αυτά απαιτεί ο Απόστολος, αυτά πρέπει να επιζητεί κανείς από τον άρχοντα και τίποτε περισσότερο. Δεν είσαι εσύ ακριβέστερος από τον Παύλο, ή καλύτερα δεν είσαι ακριβέστερος από το Άγιο Πνεύμα. Αν είναι φίλερις ή μέθυσος ή βίαιος και σκληρός, να κατηγορείς. Αυτά είναι ανάξια για τον επίσκοπο. Αν ζει με απολαύσεις, και αυτό είναι κατηγορία. Αν όμως περιποιείται το σώμα του για να σε υπηρετεί και αν το φροντίζει για να σου είναι χρήσιμος, πρέπει γι’ αυτά να κατηγορείται;
Δεν ξέρεις ότι η ασθένεια του σώματος δεν είναι κατώτερη από την ασθένεια της ψυχής και ότι βλάπτει και εμάς και την Εκκλησία; Για ποιο λόγο τη θεραπεύει ο Παύλος γράφοντας στον Τιμόθεο, «να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί εξαιτίας του στομαχιού σου και των συχνών ασθενειών σου»; Γιατί, αν κατορθώνουμε την αρετή μόνο με την ψυχή, δεν έπρεπε να φροντίζουμε για το σώμα. Και γενικά γιατί γίναμε έτσι; Αν είναι μεγάλη η προσφορά του σώματος, πώς δεν είναι η χειρότερη ανοησία να το παραμελούμε; Έστω κάποιος που έχει τιμηθεί με το αξίωμα του επισκόπου και έχει αναλάβει την προστασία του λαού της Εκκλησίας, και έστω ότι είναι ενάρετος στα άλλα και έχει όλα εκείνα που πρέπει να έχει ο ιερωμένος, είναι όμως πάντοτε δεμένος στο κρεβάτι από ισχυρή αρρώστια, τι θα μπορέσει να ωφελήσει αυτός; Ποια περιοδεία θα μπορέσει να κάνει; Ποιες επισκέψεις θα κάνει; Ποιον θα επιπλήξει; Ποιον θα νουθετήσει;
Αυτά τα είπα για να μάθετε να μην κατηγορείτε γενικά τους ιερωμένους, για να μάθετε περισσότερο να τους δέχεστε, και αν κάποιος επιθυμεί την εξουσία, βλέποντας τις πολλές κατηγορίες, να σβήσει την επιθυμία αυτή. Είναι πραγματικά μεγάλος ο κίνδυνος και έχει ανάγκη από τη χάρη και την ειρήνη του Θεού, την οποία να εύχεστε να είναι σε μένα πολλή, όπως και εγώ εύχομαι να είναι σε σας, ώστε και εγώ και εσείς, αφού κατορθώσουμε την αρετή, να επιτύχουμε έτσι τα αγαθά που μας υποσχέθηκε ο Θεός, με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη, και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ – ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ – 24 – ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΙΤΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΠΥΡΟ ΜΟΥΣΤΑΚΑ, ΘΕΟΛΟΓΟ, ΦΙΛΟΛΟΓΟ – ΕΠΕ – ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1989 – σελ.24-32 – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ