TA ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

ΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζει ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους ἁγίους τῆς πίστεώς μας, ὁ ἔνδοξος προφήτης Ἠλίας.
Ἔζησε πρὸ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶνε καὶ «ὁ δεύτερος πρόδρομος τῆς παρουσίας Χριστοῦ» (ἀπολυτ.). Εἶνε ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον δημοφιλεῖς ἁγίους· πολλοὶ φέρουν τὸ ὄνομά του, σὲ πολλὲς κορυφὲς εἶνε κτισμένα ἐκκλησάκια ἐπ᾿ ὀνόματί του, καὶ πολλὰ χωριὰ ἑορτάζουν τὴ μνήμη του.
Νὰ διηγηθοῦμε τὸν βίο του; Χρειάζεται ὥρα κ᾿ ἐσεῖς δὲν ἔχετε τώρα πολλὴ ἀντοχή. Γιὰ νὰ μὴ σᾶς κουράζω, θὰ πῶ μερικὰ πράγματα οὐσιώδη ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ προφήτου Ἠλιού. Θ᾿ ἀναφέρω τρία θαύματα, ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ ἔκανε.

* * *

 Προφ. ΗλιαςΤὸ ἕνα εἶνε, ὅτι κάποτε μὲ τὴν προσευχή του ἔγινε ἀνομβρία κ᾿ ἔπεσε πεῖνα στὴν Ἰουδαία. Πείνασε κι ὁ διος – γιατὶ καὶ οἱ ἅγιοι πεινοῦν. Πῆγε σ᾿ ἕνα χωριὸ καὶ τοῦ ἔκλεισαν ὅλοι τὶς πόρτες. Μόνο ἕνα σπίτι, μιὰ καλύβα, ἄνοιξε. Ποιός ἔμενε ἐκεῖ, κανένας πλούσιος; Μιὰ φτωχιὰ χήρα μὲ τὰ παιδιά της. Αὐτὴ τὸν δέχτηκε. Δὲν εἶχε τίποτα νὰ τὸν φιλοξενήσῃ· μόνο μιὰ φούχτα ἀλεύρι καὶ λίγο λάδι. Ἐν τούτοις δὲν ἀρνήθηκε. Μόλις τὸν εἶδε ―καὶ δὲν ἤξερε ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ γεροντάκος―, λέει· Πέρασε μέσα, γέροντα. Ἀμέσως πῆρε τὸ ἀλεύρι, τὸ ζύμωσε, ἔκανε πίττα καὶ τοῦ ἔδωσε νὰ φάῃ, ποὺ ἦταν κουρασμένος ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία. Αὐτὰ ἔγιναν στὰ Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας. Κι ἀπὸ τότε ―ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους, ἐμεῖς πιστεύουμε―, ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη πλέον στὸ σπίτι τῆς χήρας δὲν ἔλειψε τὸ ἀλεύρι καὶ τὸ λάδι (βλ. Γ΄ Βασ. 17,8-16).
Τί σημαίνει αὐτό; Ὅπου εἶνε ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τὰ πάντα εἶνε πλούσια. Μπορεῖ νὰ ἔχῃς ἀπέραντα χωράφια, ἀμπέλια καὶ ἐλαιοστάσια, μπορεῖ νά ᾿χῃς σακκιὰ ἀπὸ λίρες καὶ ἀργύρια, μπορεῖ νὰ τά ᾿χῃς ὅλα, καὶ νὰ πεθάνῃς ἀπὸ τὴν πεῖνα· καὶ μπορεῖ νά ᾿χῃς μιὰ φούχτα ἀλεύρι, λίγη γῆ, μιὰ γλάστρα χῶμα, κι αὐτὸ νὰ σὲ θρέψῃ, ἀρκεῖ νὰ εὐλογήσῃ ὁ Κύριος. Αὐτὰ δὲν εἶνε λόγια, εἶνε γεγονότα. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει· «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11 καὶ ἀρτοκλ.). Τὸ πᾶν λοιπὸν εἶνε ἡ εὐλογία. Μερικοὶ ὑπερεκτιμοῦν τὴν ἐργασία· ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ τὴν ἐργασία εἶνε ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
  
Τὸ ἄλλο θαῦμα. Ἐνῷ στὸ σπίτι τῆς χήρας εἶχαν ἀλεύρι καὶ λάδι, στὴν ὑπόλοιπη χώρα ἔπεσε πεῖνα, διότι εἶχε νὰ βρέξῃ τρισήμισυ χρόνια. Ὁ ἀσεβὴς βασιλεὺς Ἀχαὰβ συγκέντρωσε τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραὴλ στὸ Καρμήλιο ὄρος, κ᾿ ἐκεῖ ὁ προφήτης Ἠλίας τοὺς ἤλεγξε γιὰ τὴν ἀστάθειά τους. Ἕως πότε, λέει, ἐσεῖς θὰ κουτσαίνετε κι ἀπὸ τὰ δύο πόδια; Ἂν εἶνε ἀληθινὸς ὁ Θεός μας, τότε ἀκολουθῆστε αὐτόν· ἂν εἶνε ἀληθινὸς ὁ Βάαλ (τὸ εδωλο), τότε ἀκολουθῆστε ἐκεῖνον. Τὸν ἄκουγαν ἀμίλητοι· πῶς νὰ δικαιολογηθοῦν; Τότε τοὺς εἶπε· ἔμεινα μόνος νὰ κηρύττω τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἐνῷ οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων ἔγιναν χίλιοι σχεδόν. Σήμερα λοιπὸν θὰ δοκιμάσουμε ποιός εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός. Φέρτε δυὸ βόδια καὶ ἂς διαλέξουν αὐτοὶ ὅποιο θέλουν, ἂς τὸ ἑτοιμάσουν γιὰ θυσία κι ἂς τὸ βάλουν πάνω στὰ ξύλα, ἀλλὰ φωτιὰ νὰ μὴ βάλουν. Κ᾿ ἐγὼ θὰ ἑτοιμάσω γιὰ θυσία τὸ ἄλλο καὶ δὲ θὰ βάλω φωτιά. Κι ἂς παρακαλῆτε σεῖς τὸ θεό σας, κ᾿ ἐγὼ θὰ επικαλεσθῶ τὸν Κύριο τὸ Θεό μου. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ θ᾿ ἀκούσῃ καὶ θὰ ῥίξῃ φωτιὰ νὰ κάψῃ τὸ μοσχάρι, αὐτὸς θὰ εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Συμφώνησαν. Οἱ ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης ἔστησαν θυσιαστήριο, ἔβαλαν πάνω τὸ ἕνα μοσχάρι, καὶ παρακαλοῦσαν καὶ φώναζαν «Ἄκουσέ μας, Βάαλ». Ἔγινε μεσημέρι, ἔγινε βράδυ, τίποτα. Ἀποδείχτηκε ψεύτικος ὁ θεός τους. Μετά, ἔρχεται ὁ Ἠλίας. Στήνει καθαρὸ θυσιαστήριο, βάζει ξύλα καὶ τὸ βόδι ἐπάνω κομματιασμένο, καὶ λέει στοὺς ἄλλους νὰ ῥίξουν τρεῖς φορὲς νερὸ ἐπάνω (γιὰ νὰ μὴ μείνῃ ὑποψία ὅτι ὑπῆρχε ἐκεῖ χνος φωτιᾶς). Καὶ μόλις ἔκανε τὴν προσευχή του, ἔπεσε φωτιὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἔκαψε καὶ τὸ μοσχάρι ὅλο, καὶ τὰ ξύλα, καὶ τὶς πέτρες, κ᾿ ἔγλειψε ἀκόμα καὶ τὸ νερό! Δὲν ἔμεινε τίποτε. Τότε ὅλοι πίστεψαν, ὅτι ἀληθινὸς Θεὸς εἶνε μόνο ὁ Κύριος. Ἀμέσως ὁ προφήτης Ἠλίας δίνει διαταγή· Πιάστε ὅλους τοὺς ἱερεῖς τῆς αἰσχύνης, τοὺς παπᾶδες τῆς εἰδωλολατρίας. Καὶ τοὺς κατέβασε στὸ χείμαρρο Κισσῶν, κ᾿ ἐκεῖ ―φοβερό― τοὺς ἔσφαξε ὅλους (ἔ.ἀ. 18,19-40).
  
Ἂς ἐπιστρέψουμε τώρα στὸ σπίτι τῆς χήρας πάλι. Τί γίνεται έκεῖ; Μιὰ μέρα τὸ παιδί της ἔπεσε σοβαρὰ ἄρρωστο καὶ πέθανε. Ἡ μάνα λέει στὸν προφήτη Ἠλία· ―Ἦρθες στὸ σπίτι μου γιὰ νὰ ἐλέγξῃς τὶς ἁμαρτίες μου καὶ νὰ θανατώσῃς τὸ γυιό μου; ―Δός μου τὸ γυιό σου, τῆς εἶπε ἐκεῖνος. Τὸν πῆρε στὸ ὑπερῷο, τὸν ξάπλωσε στὸ κρεβάτι, κι ἀφοῦ προσευχήθηκε στὸν Κύριο ἐμφύσησε τρεῖς φορὲς στὸ παιδί, καὶ τότε ―ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι ὑπάρχει Θεὸς καὶ διὰ τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων κάνει θαύματα― τὸ παιδὶ ἀναστήθηκε. ―Τὸ βλέπω ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, εἶπε ἡ χήρα (ἔ.ἀ. 17,17-24).

* * *

Λίγα σᾶς εἶπα γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία. Ἕνα ἀκόμη θὰ προσθέσω. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸν κόσμο, δὲν πέθανε ὅπως ἐμεῖς. Καθὼς περπατοῦσε, ἕνα ἁμάξι πύρινο τὸν πῆρε καὶ τὸν ὕψωσε ψηλά. Ζῇ ἀκόμη ὁ προφήτης Ἠλίας. Εἶνε κάπου κρυμμένος, σὲ κάποια γωνιὰ τοῦ σύμπαντος. Καὶ τὸν περιμένουμε νὰ ἔρθῃ πάλι. Ἐσεῖς δὲν τὸν φοβᾶστε τὸν προφήτη Ἠλία γιατὶ εἶστε ἅγιοι, ἔτσι φαίνεται· ἐγὼ τὸν φοβοῦμαι. Εἶνε ἀστροπελέκι ἐναντίον τῶν ἁμαρτωλῶν, τῶν πόρνων, τῶν μοιχῶν, τῶν βλασφήμων, τῶν ἀθέων, τῶν αἰσχρῶν, ὅλων τῶν ἀμετανοήτων. Ὁ λόγος του καίει. Εἶνε «ὁ δεύτερος πρόδρομος τῆς παρουσίας Χριστοῦ», ὁ πρόδρομος τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου πλησιάζει, ἔρχεται! Τὰ σημάδια εἶνε πολλά. Εἶνε γεγονότα, ποὺ θὰ προηγηθοῦν τῆς συντελείας τοῦ κόσμου, προτοῦ νὰ ἐμφανισθῇ ὁ προφήτης Ἠλίας.
Ἕνα σημάδι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων εἶνε, ὅπως εἶπε ὁ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅτι θὰ γίνωνται σεισμοί, τρομεροὶ σεισμοί (βλ. Ματθ. 24,7 κ.ἀ.). Καὶ γίνονται συχνὰ σεισμοί. Ἄλλο σημάδι εἶνε αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ὅταν τὸν ῥώτησαν ―Πότε θὰ ἔρθῃ ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου; ἀπήντησε· ―Ὅταν δῆτε τὶς γυναῖκες γυμνὲς στὸ δρόμο. Καὶ τὸ βλέπουμε πράγματι. Γυμνὲς κυκλοφοροῦν, βρώμησε ὁ κόσμος· καὶ μέσ᾿ στὴν ἐκκλησία ἀκόμα τολμοῦν καὶ ἔρχονται γυμνές. Σημάδι ἀκόμα εἶνε τὰ διαζύγια, τὰ ὁποῖα αὐξήθηκαν, ἐνῷ παλαιότερα τὸ διαζύγιο ἦταν ἄγνωστο καὶ μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χώριζε τὸ ἀνδρόγυνο. Ἕνα ἀκόμη σημάδι, ποὺ παρουσιάστηκε, εἶνε τὸ 666. Βγῆκε ὁ διάβολος καὶ σφραγίζει. Σὲ λίγο θὰ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, νὰ πάρουμε τὴ σφραγῖδα του, τὶς καινούργιες ταυτότητες μὲ τὸ 666. Ἀλλὰ σᾶς εἰδοποιῶ· κανείς νὰ μὴν πάρῃ τέτοια ταυτότητα. Αὐτὰ εἶνε σημεῖα τῶν καιρῶν. Πουλῆστε τὸ πουκάμισό σας καὶ ἀγοράστε Ἀποκάλυψι καὶ διαβάζετε. Ὅσα εἶνε γραμμένα ἐκεῖ, θὰ γίνουν.
Μέσ᾿ στὰ σπίτια σας νὰ ἔχετε φόβο Θεοῦ. Πῶς θὰ σωθοῦμε; Μὲ τὴν προσευχή. Μὲ ποιά προσευχή; Ὄχι προσευχὴ νεκρά, ἀλλὰ ζωντανή, ποὺ νὰ βγαίνῃ μέσ᾿ ἀπὸ τὰ δάκρυα. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια τὰ εὐλογημένα ἔρχονταν οἱ Χριστιανοὶ στὴν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄκουγαν μὲ κατάνυξι. Σήμερα καταντήσαμε ἐκκλησία νεκρά. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια στὶς ῥαχοῦλες τῆς πατρίδος μας κατοικοῦσαν ἅγιοι ἄνθρωποι. Καὶ τί ἔκαναν; Βράδιαζε; Προτοῦ νὰ κοιμηθοῦν, πατέρας, μάνα, ἑφτὰ – ὀχτὼ παιδιὰ γονάτιζαν κ᾿ ἔκαναν τὴν προσευχή τους στὸ Θεό. Δεῖξτε μου σήμερα μιὰ οἰκογένεια ποὺ κάνουν προσευχὴ ὅλοι μαζί! Χάσαμε τὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ.
Ποῦ εἶνε ἡ προσευχή, ἡ οἰκογενειακὴ προσευχή; ποῦ εἶνε τὰ δάκρυα, ἡ κατάνυξις; ποῦ εἶνε ἡ ἐξομολόγησις καὶ ἡ θεία κοινωνία; ποῦ εἶνε ἡ ἐλεημοσύνη; ποῦ εἶνε τὰ μεγαλεῖα ποὺ εἶχε ἡ φυλή μας;
Γι᾿ αὐτὸ σᾶς συμβουλεύω νὰ πάρετε Εὐαγγέλιο καὶ Ἀποκάλυψι, νὰ διαβάζετε ὅλοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες· καὶ νὰ κάνετε προσευχὴ νύχτα – μέρα, πρωῒ μεσημέρι βράδυ. Κι ἂν δὲν μπορῆτε νὰ λέτε πολλὲς προσευχές, κάντε μία προσευχή· «Κύριε, ἐλέησον», «Κύριε, ἐλέησον», «Κύριε, ἐλέησον». Ἂν τὸ λὲς μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου, εἰσακούεται, κάνεις θαύματα, τὰ ἄστρα κατεβάζεις στὴ γῆ.
Ἔτσι λοιπὸν νὰ ζήσουμε, ἀγαπητοί μου, εὐλογημένοι, μὲ τὸ Χριστό, περιμένοντας τὴν ἐπάνοδο τοῦ προφήτου Ἠλία, καὶ παρακαλώντας νὰ σώσῃ ὁ Θεὸς τὸν κόσμο· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Προφήτου Ἠλιοὺ Ξανθογείων – Ἀμυνταίου 20-7-1987)
https://simeiakairwn.wordpress.com