Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Θὰ ἀκούσωμε τὴν φωνή;
Θαυμαστὴ ὑπῆρξε, πράγματι, ἡ πίστη τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ ’21, ποὺ ἦταν στενὰ συνυφασμένη μὲ τὴν ἀγάπη των γιὰ τὴν πατρίδα. Ἡ πίστη, μάλιστα, γι’ αὐτοὺς εἶχε πρωταρχικὴ σημασία. Ὁ θρυλικὸς Γέρος τοῦ Μωριᾶ, στὸν λόγο του στὴν Πνύκα, προτρέπει τοὺς νέους νὰ φυλάξουν καὶ νὰ στερεώσουν τὴν πίστη, ὅπως ἐκεῖνοι, οἱ παλαιοὶ ἀγωνιστές, «ὅταν ἔπιασαν τὰ ἄρματα, εἴπαν πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος». Καὶ ὁ ἡρωϊκὸς Μακρυγιάννης, πρὶν ἀπὸ τὴν κρίσιμη μάχη στοὺς Μύλους, διαμηνύει στοὺς ξένους ποὺ τὸν συμβούλευαν νὰ ὑποχωρήσῃ μπροστὰ στὸν πανίσχυρο Ἰμπραήμ: «Ὅταν σηκώσαμε τὴν σημαία ἐναντίον τῆς τυραγνίας, ξέραμε ὅτι εἴμαστε ἀδύνατοι, …κι ἄν πεθάνομεν, πεθαίνομεν διὰ τὴν πατρίδα μας, διὰ τὴν θρησκείαν μας…κι ὁ Θεὸς βοηθός».
Ὁ δὲ ὁρμητικὸς Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης, τὸν Φεβρουάριο τοῦ ‘21, προσκαλοῦσε σὲ ἐπανάσταση στὴν Μολδοβλαχία, μὲ τὴν προκήρυξη «Μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος». Ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἀγωνιστές, καὶ οἱ πρὸ τῆς ἐπαναστάσεως καὶ οἱ μετέπειτα, μαζί καὶ ὁ πρῶτος, μαρτυρικὸς κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος, ὁ Καποδίστριας, ἀγωνίστηκαν μέχρις ἐσχάτων, μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καὶ ἡρωϊκὴ αὐταπάρνηση πρὸς χάριν τῆς προσφιλοῦς πατρίδος, «γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς πατρίδος τὴν ἐλευθερία».
Ἔτσι, αὐτοὶ «οἱ πολλὰ ὀλίγοι», ποὺ «ὁ κόσμος τοὺς ἔλεγε τρελλούς» (Κολοκοτρώνης), τόλμησαν καὶ πέτυχαν, διότι τελικά «θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία». Καὶ γιατί «ὅταν οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νὰ πεθάνουν, λίγες φορὲς χάνουν καὶ πολλὲς κερδαίνουν», διότι «ἀδύνατοι ἐμεῖς, ἀλλὰ δυνατὸς ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς προστατεύει» (Μακρυγιάννης) καὶ ἀφοῦ «ὁ Θεὸς ὑπέγραψε τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδος, δὲν παίρνει πίσω τὴν ὑπογραφή του» (Κολοκοτρώνης). Χρειάζεται, ὅμως, καὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ εἶναι ἀποφασισμένοι, ὅπως ἦταν ὁ θρυλικὸς Κανάρης, ποὺ τὸ βράδυ πρὶν ἀπὸ τὴν πυρπόληση τῆς τουρκικῆς ναυαρχίδας προετοίμαζε τὸν ἑαυτό του: «Ἀπόψε, Κωνσταντῆ, θὰ πεθάνης».
Ἔτσι πορεύτηκαν, λοιπόν, οἱ ἀγωνιστὲς τὸ ’21, ἁρματωμένοι μὲ πνευματικὰ ὅπλα καὶ κυρίως μὲ τὴν πίστη, ποὺ ἐπειδὴ τρέφεται ἀπὸ τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό, δὲν σώνεται, ὅπως σώνονται οἱ ὑλικὲς τροφὲς ἢ τὰ πολεμοφόδια, δὲν λιγοστεύει, ἀλλὰ αὐξάνει καὶ δυναμώνει. Κι ὅσο θέριευε γύρω των ὁ πόλεμος, ἄλλο τόσο θέριευε καὶ ἡ λαχτάρα των γιὰ λευτεριά, δυνάμωνε καὶ τὸ πεῖσμα των, γιὰ νὰ «σώσουν αὐτὴν τὴν φλούδα γῆς ἀπὸ τὸ τσακάλι καὶ τὴν ἀρκούδα» καὶ ἀπ’ ὅλα τὰ ἄγρια «θερία, ποὺ πολεμοῦνε νὰ μᾶς φᾶνε και δὲν μποροῦνε. Τρῶνε ἀπὸ μᾶς καὶ μένει καὶ μαγιά» (Μακρυγιάννης).
Ἀκριβῶς αὐτὴν τὴν συνείδηση εἶχαν οἱ ἡρωϊκοί μας πρόγονοι, ὅτι ἦταν συνεχιστὲς τοῦ μεγαλείου τῶν παλαιῶν Ἑλλήνων, «ἀπὸ τοὺς ὁποίους καὶ μεῖς καταγόμεθα καὶ ἐλάβαμε τὸ ὄνομα τοῦτο» καὶ ὅτι ἀποτελοῦν, μὲ τὴν σειρά των, μαγιὰ γιὰ τὶς ἑπόμενες γενεές. Γι’ αὐτὸ ὁ Κολοκοτρώνης συμβουλεύει τοὺς νέους μαθητές στὴν Πνύκα «νὰ σκλαβωθεῖτε εἰς τὰ γράμματά σας» καὶ «ἡ προκοπή σας καὶ ἡ μάθησή σας νὰ μὴν γίνῃ μόνον διὰ τὸ ἄτομό σας, ἀλλὰ νὰ κοιτάζῃ τὸ καλὸ τῆς κοινότητος, καὶ μέσα εἰς τὸ καλὸ αὐτὸ εὑρίσκεται καὶ τὸ δικό σας». Καὶ καταλήγει: «εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὅπου ἡμεῖς ἐλευθερώσαμε· καὶ διὰ νὰ γίνῃ τοῦτο, πρέπει νὰ ἔχετε ὡς θεμέλια τῆς πολιτείας τὴν ὁμόνοια, τὴν θρησκεία, […] καὶ τὴν φρόνιμον ἐλευθερία».
Δυστυχῶς, ὅμως οἱ Ἕλληνες δὲν ἀκολουθήσαμε τὶς συμβουλὲς τοῦ Κολοκοτρώνη, τοῦ Μακρυγιάννη καὶ τῶν ἄλλων τιμίων ἀγωνιστῶν. Ἔτσι, «λευτερωθήκαμεν ἀπ’ τοὺς Τούρκους καὶ σκλαβωθήκαμεν σ’ ἀνθρώπους κακορίζικους, ὅπου ἦταν ἡ ἀκαθαρσία της Εὐρώπης» (Μακρυγιάννης).
Ἔκτοτε, παραμένομε σκλαβωμένοι στὸ «ψευτορωμέηκο», ποὺ προφήτευσε ὁ Πατροκοσμάς, καὶ σὲ κάθε λογῆς ἀκαθαρσία, γιὰ τὴν ὁποία ὄχι μόνον δὲν ντρεπόμαστε ἀλλὰ εἴμαστε καὶ περήφανοι, διότι φέρει τὴν σφραγίδα τῆς «πολιτισμένης» Εὐρώπης! 200 καὶ πλέον χρόνια μετὰ παραμένομε σκλαβωμένοι στὴν «κακία» μας, στὴν «’διοτέλειά μας» (ἰδιοτέλεια), στὰ «πάθη» μας καὶ στὴν «ἐπιβουλίαν τῶν ξένων» (Μακρυγιάννης).
Καὶ περιμένομε -ὀΐμέ- ὅτι θὰ μᾶς ἀπελευθερώσουν οἱ σύγχρονοι σταυρωτές μας (!), ἀντὶ νὰ ἀγωνιζώμαστε οἱ ἴδιοι, κατὰ τὴν προτροπὴ τῶν προγόνων μας, «ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος». «Χωρὶς ἀρετὴ καὶ πόνο εἰς τὴν πατρίδα καὶ πίστη εἰς τὴν θρησκεία ἔθνη δὲν ὑπάρχουν», διαπιστώνει μὲ νόημα ὁ ἁγνὸς Ῥουμελιώτης.
Ἄς προσευχώμαστε, λοιπόν, καὶ μεῖς σήμερα, ὅπως καὶ ὁ Μακρυγιάννης ἄλλοτε, «νά ‘ρθει πίσω ἡ νεκρανάσταση τοῦ γένους μας διὰ τῆς εὐλογίας του» καὶ ἄς Τὸν παρακαλοῦμε: «Σταυρωμένε, λαμπρὲ καὶ ἀναστημένε, τρισυπόστατε Θεέ, συγχώρεσέ μας, καθάρισέ μας καὶ ἀνάστησέ μας ὡς τὸν Λάζαρον, ὁπότε εἶναι ἡ ἀγαθή σου θέληση»· ὅποτε ἔρθει ἐκείνη ἡ μέρα ποὺ θὰ «ἀστράψει πάλι ὁ οὐρανός» καὶ ἡ ἁλυσωμένη κόρη, ποὺ «πάντα τήκεται, στενάζει, λησμονημένη, ὁλάρφανη, χλωμή κι ἀπελπισμένη» ἀκούσῃ καὶ πάλι τὴν φωνὴ τοῦ Ἀγγέλου: «Ξύπνα, μὴ φοβοῦ, (…) ὁ Κύριός μου εἶναι μὲ σέ, Ἑλλάς, ἀνάστα, χαῖρε!» (Βαλαωρίτης). Θὰ τὴν ἀκούσῃ, ἄραγε;;
Πηγές: Ἀπομνημονεύματα Μακρυγιάννη, ἐκδόσεις Ζαχαρόπουλος Σ. Ι., Ἀθήνα 1998, Ἀπομνημονεύματα Κολοκοτρώνη, Συλλογικό Ἔργο, ἐκδ. Μέρμηγκας, Ἀθήνα 2009, «Εὐαγγελισμός-Ἑλληνισμός», ποίημα τοῦ Ἀριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.